Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Σε φόντο εκλογικό

Φαντάζει τουλάχιστον παραδοξολογία  σε κοινωνίες εντελώς ρημαγμένες, στις οποίες όλα τα  ενδεχόμενα είναι πιθανά, και με εκρηκτικές συγκρούσεις, που φυσικά δεν λύνονται με εκλογές, να καλείται πάλι ο λαός να ψηφίσει, έχοντας προκαθορισμένες επιλογές που ελάχιστα αλλάζουν τα δεδομένα της κοινωνικής πραγματικότητας. Και το εκλογικό σώμα τι ακριβώς με την ψήφο του διεκδικεί πια, όταν όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί, εκτός από το ΚΚΕ, μιλούν για συνεργασίες και συμπράξεις μετεκλογικές στη βάση του υπάρχοντος συστήματος; 
 
Ο δημαγωγικός χαρακτήρας των απόψεων που εκφράζονται και των αντίστοιχων πρακτικών μοιάζει να  οδηγούν σε αδιέξοδους λαβυρίνθους, ακριβώς γιατί όλοι ετούτοι οι πολιτικοί σχηματισμοί, από Χ.Α μέχρι το μόρφωμα του Π. Λαφαζάνη, έχουν στόχο «την καπιταλιστική ανάπτυξη που θυσιάζει τις λαϊκές ανάγκες στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους». Η αντίληψη για  μετασχηματισμό της κοινωνίας με εκλογικές διαδικασίες ή με τη μετατροπή των πολιτικών θεσμών σε όργανα παρέμβασης στο βασικό χώρο της οικονομίας και της παραγωγής, χωρίς τα μέσα παραγωγής ν’  αλλάξουν ιδιοκτησία, που η σοσιαλδημοκρατία ευαγγελιζόταν,  έχει πια χρεωκοπήσει. Και το ΚΚΕ είναι πια η μόνη πολιτική δύναμη  που μιλά για μετασχηματισμό, όχι βέβαια με εκλογές, αλλά με την ανατροπή του ισχύοντος status quo, και ο δρόμος για την ανατροπή  μπορεί να ανοίξει «όταν με τη συμμετοχή στον αγώνα, στο κίνημα, όταν με την ψήφο, αμφισβητηθεί το ίδιο το σύστημα και η εξουσία του». 
      Ανασταίνει ο Π. Λαφαζάνης και οι συν αυτώ τον αντιμνημονιακό λόγο που εξεμέτρησε το ζην με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αποκαλύπτοντας το κενό από πίσω του. Ήταν ένας λόγος  διαταξικός, αντιφατικός που ήθελε να υπερβαίνει τις  ταξικές αντιθέσεις, τη στιγμή που τις ζουν σ’ ένα μεγάλο εύρος κοινωνικά στρώματα με διαφορετικούς και ανταγωνιστικούς ταξικούς προσδιορισμούς. Γι’ αυτό και ενώ οι λύσεις είναι ανταγωνιστικές, ταξικά προσδιορισμένες φαίνονταν πως μπορούσαν να συνυπάρχουν μέσα στον ίδιο αντιμνημονιακό λόγο, ώσπου στο τέλος, όταν ήρθε η ώρα της εφαρμογής συγκεκριμένης πολιτικής, αποκαλύφτηκε η απάτη, που η Λαϊκή Ενότητα με προσποιητή αφέλεια επιμένει να συνεχίζει. 
 
Χρόνια μας έλεγαν ότι η αλλαγή της κοινωνίας δεν είναι απαραίτητο να γίνει στον τομέα των παραγωγικών σχέσεων, που νοούνται ως στεγνές οικονομικές  σχέσεις,  αλλά να ξεκινήσει συνολικά από τον άνθρωπο  και τις κοινωνικές του σχέσεις, και  ότι υπάρχουν  πολλοί άλλοι τομείς μεγάλης βαρύτητας, στη βάση των οποίων οργανώνεται και αναπαράγεται ολόκληρη η κοινωνία. Κι έτσι ήρθαν  στο προσκήνιο νέες συγκρούσεις, όπως της  νέας και παλιάς γενιάς, των ανδρών και γυναικών  ή και προβληματισμοί όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος κλπ. Στη  ρίζα βέβαια αυτής της αντίληψης βρίσκεται  η σκέψη ότι ο καπιταλισμός έχει πολλές ισοδύναμες αντιθέσεις. Και μια από αυτές είναι και  η πάλη των τάξεων, που κι αυτή νοείται σχεδόν αποκλειστικά ως συνδικαλισμός, όπως άλλη είναι  η καταστροφή του περιβάλλοντος ή η απειλή πολέμου κλπ. Όλες αντιθέσεις ισοδύναμες, κατά παράθεσιν αντιμετωπιζόμενες. Σε μια τέτοια όμως παραθετική σύλληψη της κοινωνίας, όπου η αυτονομία της κάθε αντίθεσης επιβάλλει την αποδοχή  του οτιδήποτε  φτιάχνεται στη βάση αυτής της αντίθεσης, ο σεβασμός της ιδιαιτερότητας μεταφράζεται σε μεμονωμένες και αποσπασματικές δράσεις επί του μερικού, αφήνοντας στο απυρόβλητο την ίδια την ουσία του καπιταλισμού. Κόμματα και  κινήματα δημιουργούνταν λοιπόν στη βάση  αντιθέσεων που θεωρούνταν στην αρχή  το  ίδιο σημαντικές με την αντίθεση κεφαλαίου –εργασίας, μέχρι που σχεδόν αυτή η βασική αντίθεση εξαφανίστηκε από το προσκήνιο. Κι έτσι η ίδια η οριζοντίως αθροιστική σύλληψη των αντιθέσεων του καπιταλισμού υπαγόρευε την οριζόντια αθροιστική παραθετική σύλληψη δράσεων και ενεργειών. 
 
Εκπαιδευμένοι λοιπόν από την αστική ιδεολογία για τη δυνατότητα παρέμβασης του ίδιου του συστήματος σε επιμέρους, ισοδύναμες αντιθέσεις πιστέψαμε πως και το μνημόνιο ήταν μια επιμέρους αντίθεση μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα και όχι η έκφραση της ταξικής αντίθεσης του εργαζόμενου με το κεφάλαιο. Διάφορα λοιπόν  κινήματα και κόμματα με σημείο αναφοράς το αντιμνημονιακό λόγο δεν θεωρούνταν παρά προϊόντα  των σύγχρονων αντιθέσεων του καπιταλισμού στις οποίες μπορούσαν και οι αστικές δυνάμεις να παρεμβαίνουν πολλές φορές εξομαλύνοντάς τες. Χαρακτηρίζονταν επομένως προοδευτικά, δηλ. τίποτε και μαζί και αντικαπιταλιστικά, δηλ. σχεδόν τα πάντα, χωρίς όμως να προβάλλεται η σύγκρουση με τον καπιταλισμό στον ίδιο τον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Γι’  αυτό και  στην πραγματικότητα ανέξοδα για το ίδιο το σύστημα, διάφορα κόμματα και κομματίδια μπορούσαν να ορίζονται στη βάση της αντίθεσης μνημονιακοί –αντιμμημονιακοί, χωρίς να στρέφονται ενάντια στον καπιταλισμό ακόμα κι αν το διακήρυσσαν,  απλούστατα γιατί αυτή η αντίθεση δεν θεωρούνταν βασική. Κι έτσι η  βασική αντίθεση κεφάλαιο–εργασία, ο πραγματικός χαρακτήρας της ΕΕ, μια ιμπεριαλιστική, καπιταλιστική ένωση, και  ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έμεναν στο απυρόβλητο κι ασχολούμασταν όλοι με τα συμπτώματα και τις συνέπειες του.
 
Εξάλλου,  σε μια τέτοια αθροιστική σύλληψη της κοινωνίας αντιστοιχεί και ένα ολοένα  και πιο αθροιστικό οριζόντιο κόμμα. Γι’ αυτό ένα εθνικιστικό κόμμα σαν τους ΑΝΕΛ μπορούσε να έχει αντιμνημονιακό λόγο και να συνεργάζεται με ένα κόμμα της Αριστεράς, το οποίο είχε στο επίκεντρο των προβληματισμών του προτάσεις για επιμέρους αντιθέσεις που όμως δεν στρέφονταν εναντίον του καπιταλισμού.  Κι έτσι καλλιεργείται η αντίληψη ότι δεν χρειάζεται συνολική ερμηνεία της πραγματικότητας, για να ακυρωθεί  ο καθοδηγητικός ρόλος του κόμματος  κι επομένως ένα κόμμα σαν το ΚΚΕ να φαίνεται ότι δεν έχει να παίξει κανέναν ρόλο συνολικά απέναντι στην κοινωνία. 
 
Κι έτσι φτάσαμε μετά  πέντε χρόνια καπιταλιστικής επίθεσης  ακόμα  να μην έχουν γίνει διαφανείς οι ταξικές πολιτικές και επιλογές των κομμάτων, κι όλο να ανακαλύπτονται νέες ψευδείς συγκρούσεις για να μην φανούν τα πραγματικά μέτωπα σύγκρουσης. Και αν όλα τα κόμματα και κομματίδια, ακόμα κι αν καλλιεργούν το έδαφος για το φασισμό, βρίσκονται σε αγαστή συμφωνία στην εκφορά αντιφαστιστικού λόγου,  είναι γιατί  ο αντιφασισμός  μπορεί να χρησιμοποιείται  ως αμυντική ιδεολογία που αντιστέκεται όχι στην καπιταλιστική επίθεση για την ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, αλλά στην παραμόρφωση του συστήματος και στη διαστρέβλωση του σε ανελεύθερο και καταπιεστικό. Σαν αμυντική ιδεολογία όμως υπάρχει η ελπίδα, για την άρχουσα τάξη, να μην προωθήσει αγώνες που στρέφονται ενάντια στο σύστημα που γέννησε το φασισμό, αλλά αντίθετα να το υπερασπίσει  μη θεωρώντας το φασισμό γνήσιο τέκνο του καπιταλισμού. Μόνο που οι ίδιες διαδικασίες που ανοίγουν το δρόμο της νέας καπιταλιστικής ανασυγκρότησης καθιστούν εξίσου επίκαιρη και τη σοσιαλιστκή διέξοδο από την κρίση.
 
               Δια ταύτα «Καμιά λαϊκή ψήφος (…)να μην χαθεί προς τα κόμματα του κεφαλαίου που ψήφισαν μνημόνιο. Καμιά ψήφος να μην δοθεί στους ναζιστές εγκληματίες της ΧΑ. Καμιά ψήφος να μην δοθεί στους καιροσκόπους του ΣΥΡΙΖΑ 2, της ονομαζόμενης ΛΑΕ. Μαζί με το ΚΚΕ για να γίνει ο λαός κυρίαρχος της οικονομίας και της εξουσίας για μια πραγματικά αληθινή εργατική λαϊκή κυριαρχία, εξουσία».
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου