Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2008

ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ


Τι είναι η συσσώρευση του κεφαλαίου;

Στο μέτρο που η υπεραξία «γεννιέται» από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης στη διαδικασία της παραγωγής εμπορευμάτων, είναι φυσικό κάθε καπιταλιστής να επιδιώκει συνεχώς την αύξηση του όγκου της παραγωγής του. Με βάση αυτήν την αρχή, ο διευρυμένος τρόπος παραγωγής γίνεται ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του καπιταλιστικού συστήματος.

Προϋπόθεση για τη διεύρυνση της παραγωγής, είναι η αύξηση του κεφαλαίου που τοποθετείται (επενδύεται) σε αυτήν. Με άλλα λόγια, η αύξηση των μέσων παραγωγής (σταθερό κεφάλαιο) και της εργατικής δύναμης (μεταβλητό κεφάλαιο). Αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν στο τέλος κάθε κύκλου της παραγωγής, ο κεφαλαιούχος δεν ξοδέψει για την προσωπική του κατανάλωση ολόκληρη την υπεραξία που απέσπασε από την εκμετάλλευση της εργασίας, αλλά ένα μέρος αυτής, την επανατοποθετήσει στην παραγωγή.

Μόνο έτσι μπορεί να αυξηθεί το συνολικό μέγεθος του κεφαλαίου του. Σε συνθήκες διευρυμένης αναπαραγωγής, δηλαδή, η υπεραξία «σπάει» σε δύο κομμάτια. Το ένα χρησιμοποιείται για την ατομική κατανάλωση του επενδυτή, ενώ το άλλο «ξαναμπαίνει», ως κεφάλαιο, στον επόμενο παραγωγικό κύκλο.
Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι η συνεχής αύξηση - μεγέθυνση - συσσώρευση του κεφαλαίου, που έχει στη διάθεσή του ο καπιταλιστής και το σύνολο των καπιταλιστών.
Τη μετατροπή μέρους της υπεραξίας σε κεφάλαιο, την ονομάζουμε συσσώρευση κεφαλαίου. Η συσσώρευση κεφαλαίων αποτελεί, για τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, ιστορική τάση, ενώ ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο» προσδίδει στο φαινόμενο τα χαρακτηριστικά του γενικού νόμου του συστήματος.

Τα μεγέθη της συσσώρευσης, οι αναλογίες δηλαδή του μέρους της υπεραξίας που προορίζεται για την προσωπική κατανάλωση του καπιταλιστή και εκείνου που χρησιμοποιείται για τη μεγέθυνση του κεφαλαίου, καθορίζονται από τον όγκο της υπεραξίας. Γι' αυτό και οι παράγοντες που επιδρούν στη δημιουργία της υπεραξίας, επηρεάζουν και τους ρυθμούς της συσσώρευσης. Εδώ, μαζί με το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, εντοπίζει κανείς παράγοντες όπως η παραγωγικότητα της εργασίας, η διάρκεια του παραγωγικού κύκλου στην κάθε επιχείρηση και κλάδο, το επιστημονικό - τεχνικό επίπεδο, η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση των κεφαλαίων και της παραγωγής.

Βέβαια, η επιδίωξη του κεφαλαίου να αυξάνεται συνεχώς μέσα από τη συνεχή αύξηση της παραγωγής, σκοντάφτει στην αντίθεση ανάμεσα στον όγκο της παραγωγής και τις δυνατότητες κατανάλωσης που υπάρχουν στην κοινωνία. Ο καπιταλιστής, παράλληλα και ταυτόχρονα, με τη διεύρυνση της παραγωγικής ισχύος του κεφαλαίου του (σταθερό κεφάλαιο) επιδιώκει συνεχώς και τον περιορισμό των μισθών των εργαζομένων (μεταβλητό κεφάλαιο).
Έτσι, όμως, μειώνεται η αγοραστική δύναμη της μεγάλης μάζας των καταναλωτών και κάποια στιγμή ανατρέπονται οι ισορροπίες - αναλογίες που αυθόρμητα επιτυγχάνονται στα όρια της κοινωνικής παραγωγής. Η περιοδική ανατροπή της ισορροπίας ανάμεσα στην (υπερ)παραγωγή και την (υπο)κατανάλωση οδηγεί στο ξέσπασμα των οικονομικών κρίσεων.


Η υπόθεση της συσσώρευσης κεφαλαίων που αρχικά ήταν ζήτημα που απασχολούσε αποκλειστικά τους καπιταλιστές σε επίπεδο επιχείρησης ή κλάδων, την εποχή των μονοπωλίων και του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού γίνεται και υπόθεση του αστικού κράτους. Αυτό, για λογαριασμό της άρχουσας τάξης, παρεμβαίνει και μέσω των πολιτικών αναδιανομής των εισοδημάτων (κρατικός προϋπολογισμός, φορολογική πολιτική, κίνητρα, κρατικές παραγγελίες κλπ.) διευκολύνει τις διαδικασίες παραπέρα συσσώρευσης.
Η συσσώρευση, βέβαια, του κεφαλαίου, μπορεί να ισοδυναμεί με την ενίσχυση του καπιταλισμού, την ίδια στιγμή, όμως, η ανάπτυξη του καπιταλισμού την εμποδίζει, αναδεικνύοντας ακόμα μια αντίθεση του συστήματος. Το συνεχώς αυξανόμενο από τη συσσώρευση κεφάλαιο δεν είναι δυνατόν να τοποθετείται (επενδύεται) στο σύνολό του στην παραγωγή, αφού κριτήριο για την παραγωγική δραστηριότητα είναι το κέρδος, αλλά τα όρια της παραγωγής οριοθετούνται από τα περιορισμένα λαϊκά εισοδήματα. Η παραγωγική δραστηριότητα, δηλαδή, μπορεί να αυξηθεί μόνο τόσο, όσο μπορεί να εξασφαλιστεί η πώληση των παραγόμενων εμπορευμάτων, ώστε να εξασφαλίζονται τα επιχειρηματικά κέρδη.


Η συνεχής συσσώρευση κεφαλαίου, που ιστορικά αξιοποιήθηκε αποκλειστικά για την αύξηση της παραγωγικής ισχύος και μέσω αυτής για την εκ νέου μεγέθυνση του κεφαλαίου, οδήγησε στο φαινόμενο της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων.
Κεφάλαια τα οποία συσσωρεύτηκαν - συγκεντρώθηκαν, μέσα από τη μετατροπή της υπεραξίας σε κεφάλαιο, δεν μπορούν, επανατοποθετούμενα στην παραγωγή, να αποφέρουν το επιδιωκόμενο επιχειρηματικό κέρδος.


Αυτό το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο, είναι αναγκασμένο να βρει άλλες διεξόδους - πέρα από την παραγωγή - κερδοφόρας δράσης. Με αυτήν την έννοια, η συσσώρευση του κεφαλαίου στην πραγματικότητα διαχωρίζεται σε δύο, σχετικά ανεξάρτητα μεταξύ τους κομμάτια.
Τη συσσώρευση του πραγματικού κεφαλαίου (του παραγωγικού) και τη συσσώρευση του χρηματικού κεφαλαίου. Αυτό το δεύτερο, στην πορεία μεταμορφώθηκε - μεταλλάχτηκε και εντάχθηκε ως χρηματο-πιστωτικό κεφάλαιο στα αντίστοιχα τραπεζικά ιδρύματα - εταιρείες, ή αποτέλεσε το κεφάλαιο για τη δημιουργία διαφόρων επενδυτικών επιχειρήσεων, οι οποίες στην εξέλιξή τους προσέλαβαν τα χαρακτηριστικά των πολυεθνικών επενδυτικών ομίλων που συναντάμε σήμερα.

"Ρ" - 30/10/2008
...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου