Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Μια μαρξιστική προσέγγιση στον «ισλαμικό φονταμενταλισμό» (Του Θανάση ΠΑΠΑΡΗΓΑ)

Ο ισλαμισμός είναι ένα ρεύμα πολιτικού και ιδεολογικού χαρακτήρα, που έχει πάρει, τα τελευταία χρόνια, μεγάλες διαστάσεις. Οπως δείχνει και το όνομά του, εμφανίζεται με επίκεντρο τις χώρες κληρονόμους του αραβοϊσλαμικού πολιτισμού, δηλαδή τις χώρες όπου ο πληθυσμός είναι κατά πλειοψηφία ή καθ’ ολοκληρίαν μουσουλμανικός. Η μορφή του είναι η μορφή της «ισλαμικής αναγέννησης» και η δημιουργία μιας κοινωνίας ιντρεγκριστικής με αφετηρία τη «Σαρία» (Ιερό νόμο του Κορανίου).

Η μεγάλη διάδοση του ισλαμισμού οφείλεται στην ύπαρξη ενός ολύ μεγάλου μέρους της ανθρωπότητας που είναι κληρονόμος της ισλαμικής παράδοσης. Σήμερα, ο αριθμός των μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο ασφαλώς ξεπερνά το 1.000.000.000, ενώ υπάρχουν πολλές χώρες που είναι κατ’ εξοχήν ή τελείως μουσουλμανικές. Δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι, συνήθως, μουσουλμανικές είναι και οι κοινωνίες που σήμερα παρουσιάζουν και την εντονότερη δημογραφική κίνηση.

Λεπτομερέστερες μελέτες δεν αποκλείεται να δείξουν ότι ο ισλαμισμός είναι ένα φαινόμενο όχι τελείως καινούριο.

Κατ’ αρχήν, δεν είναι καινούρια η θρησκευτική μορφή πολιτικών αντιθέσεων, γενικά. Δεν είναι, μάλιστα, καινούρια ούτε η «ισλαμική» μορφή τέτοιων αντιθέσεων. Αν το δούμε από καθαρά ιστορική άποψη, μια τέτοια μορφή υπήρξε και η ίδια η επικράτηση του Ισλάμ στη Μέση Ανατολή στον 6ο-7ο αιώνα, που όλοι οι σημερινοί ιστορικοί ξέρουν πόσο επεισοδιακή ήταν τόσο αυτή καθ’ εαυτή, όσο και από την πλευρά όσων είχαν προηγηθεί.

Ακόμη και στη σύγχρονη εποχή, αυτό δεν είναι κάτι το τελείως καινούριο. Τέτοια φαινόμενα είχαμε, π.χ., στην περίοδο της αποικιακής εξάπλωσης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Πιο εμπεριστατωμένα εμφανίστηκαν στην περίοδο της εμφάνισης του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, που, σε μεγάλο βαθμό, πήρε ακριβώς τη μορφή της «επιδρομής» ενάντια στις ισλαμικές κοινωνίες της Ανατολής.

Εδώ και αρκετές δεκαετίες, δρα στο χώρο της αραβικής και, ίσως, όχι μόνο αραβικής ισλαμικής Ανατολής η οργάνωση των «Χουάν Μοσλεμίν» (Αδελφών Μουσουλμάνων). Πρόκειται για μια οργάνωση της οποίας ο μυστηριώδης και αφανής χαρακτήρας φαίνεται να συμπλέκεται περίεργα με το ότι είναι πασίγνωστη και φαίνεται να διαθέτει τεράστια και ανεξάντλητα μέσα. Το βέβαιο είναι ότι διαθέτει εκτεταμένες διασυνδέσεις που ξεπερνούν πολύ όχι μόνο εκείνο που γνωρίζουμε, αλλά, πιθανότατα, και εκείνο που μπορούμε να φανταστούμε.


Η τάση δημιουργίας ισλαμικών ιντεγκριστικών** κρατικών σχηματισμών δεν είναι καινούρια και δεν εμφανίζεται, όπως γενικά πιστεύεται, στο Ιράν το 1979. Στη Σαουδική Αραβία, π.χ., αυτό ήταν πολύ φανερό και, μάλιστα, διακηρυγμένο εδώ και πολλά χρόνια.

Κάποια φαινόμενα ενός ιδιόμορφου ισλαμικού ιντεγκρισμού παρουσιάστηκαν στο παρελθόν και σε συνθήκες απροσδόκητες και πέρασαν τότε μάλλον απαρατήρητες, τουλάχιστον από το πλατύ κοινό. Σαν μια τέτοια εκδήλωση, μπορούμε (και, ίσως, πρέπει) να θεωρήσουμε τη δραστηριότητα του Μάλκολμ Λιτλ (πιο γνωστού σαν «Μάλκολμ Χ») στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Ο γνωστός αυτός ηγέτης των νέγρων των ΗΠΑ στράφηκε προς το Ισλάμ και πήγε και στη Μέκκα, όπου και προσκύνησε. Η οργάνωση της οποίας ήταν αρχηγός ονομαζόταν «Μαύροι Μουσουλμάνοι». Αρχισε, μάλιστα, να εκδίδει και εφημερίδα με τον τίτλο «Muhammad speaks» (Ο Μωάμεθ μιλά).

H φύση του ισλαμισμού είναι ένα φαινόμενο πολυσχιδές και πολύπλευρο.

Ως ένα βαθμό είναι αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ιστορικής εξέλιξης που θα υπήρχε οπωσδήποτε και σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Δεν μπορούμε, π.χ., σοβαρά και έντιμα να απαιτήσουμε από τον αραβοϊσλαμικό πολιτισμό, που πήρε τεράστιες και, ουσιαστικά, παγκόσμιες διαστάσεις, να μην έχει πολιτικοϊδεολογική επιρροή.
Στις συγκεκριμένες συνθήκες, ο ισλαμισμός αποτελεί εκδήλωση, με διαφόρους βαθμούς συνειδητής έκφρασης, των «ιστορικών αντανακλαστικών» διαφόρων δυνάμεων.

Α. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στα μάτια πλατιών μαζών των εργαζομένων, το Ισλάμ είναι μια μαζική αντίδραση ενάντια στα δεινά της ιμπεριαλιστικής επέκτασης. Η επέκταση αυτή έχει για τους λαούς αυτούς οδυνηρές συνέπειες. Η πορεία αυτή χαρακτηρίζεται ακόμη και από φαινόμενα εκτεταμένων καταστροφών, από μια ένταση, συχνά επικίνδυνη και απειλητική, της εκμετάλλευσης, που γίνεται ακόμη βαρύτερη ακριβώς γιατί είναι «ξένη». Η διείσδυση του ιμπεριαλισμού συνοδεύεται από φαινόμενα πολύ συχνά ακραίας εθνικής καταπίεσης και ταπείνωσης, από τη μετατροπή (και, ακόμη χειρότερα, από την αίσθηση της μετατροπής) σε «ανθρώπους δεύτερης αξίας». Η «επιστροφή στο Ισλάμ» γίνεται, έτσι, ένα εργαλείο αντίστασης, ένα μέσο αντιμετώπισης μιας πραγματικότητας που γίνεται όλο και πιο αβίωτη, όλο και πιο καταπιεστική. Ο θρησκευτικός πουριτανισμός γίνεται το μέσο απόρριψης της προκλητικής χλιδής των πλουσίων εκμεταλλευτών και των ξένων συνεργατών τους, καθώς επίσης και ένα σύμβολο αποτίναξης της εθνικής, θρησκευτικής και εκκλησιαστικής αλλοτρίωσης.

Αυτό, κατά τη γνώμη μας, φαίνεται στον ήδη πασίγνωστο, γενικευμένο και καθιερωμένο κεφαλόδεσμο που φορούν οι μουσουλμάνες. Θα ήταν, κατά τη γνώμη μας πάντοτε, σοβαρότατο λάθος να πιστέψουμε ότι πρόκειται για ένα επιφανειακό γεγονός που επιβάλλεται μόνο από τις παντοειδείς πιέσεις. Πρόκειται, αντίθετα, για ένα φαινόμενο με βαθύτατες ρίζες.

Αυτή η πλευρά του ισλαμισμού, δηλαδή η μαζική αντίδραση στην ιμπεριαλιστική υποδούλωση και στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, αναντίρρητα εξηγεί τη βίαιη κριτική πολλών εκπροσώπων του απέναντι στην καπιταλιστική κοινωνία. Μια κριτική, ειρήσθω εν παρόδω, που δεν μπορεί κανείς να μη δεχτεί ότι στηρίζεται σε μια εμπειρία συχνά πολύ πικρή.

B. Με τρόπο συχνά «ανώμαλο», αν τον συγκρίνουμε με την ανάλογη πορεία στην Ευρώπη, ο καπιταλισμός έχει προχωρήσει και στις ισλαμικές κοινωνίες, αν και άνισα και, καμιά φορά, όχι και προς την ίδια κατεύθυνση. Στις κοινωνίες αυτές, ιδιαίτερο (και κυρίαρχο) στοιχείο της ανάπτυξης του καπιταλισμού είναι η ιμπεριαλιστική διείσδυση. Το εάν η κυρίαρχη αυτή διείσδυση είναι μόνιμο ή όχι στοιχείο μένει ακόμη να αποδειχθεί, αλλά το βέβαιο είναι ότι σε αποφασιστικές στιγμές της ανάπτυξης του καπιταλισμού στις μουσουλμανικές χώρες, ο ρόλος του ιμπεριαλισμού ήταν αποφασιστικός.

H ιμπεριαλιστική διείσδυση, ακόμη και μέσα σε συνθήκες υποδούλωσης, φέρνει μαζί της τον εκσυγχρονισμό, ακριβέστερα την τάση εκσυγχρονισμού. Μια τάση πολύ ανώμαλη και ανόμοια, που πληρώνεται πολύ ακριβά, που έχει πολύ έντονα, επικίνδυνα ή ακόμη και απειλητικά χαρακτηριστικά, αλλά που είναι πραγματική. Η τάση αυτή απέκτησε νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά στην περίοδο της αναμέτρησης των δυο συστημάτων, καθώς ο ιμπεριαλισμός αναγκάστηκε να κάνει μια σειρά παραχωρήσεις, συχνά σημαντικές, και πήρε ακόμη πιο πολλά νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά στη δεκαετία του ’70, όταν η κρίση του πετρελαίου συσσώρευσε μεγάλα κεφάλαια στην περιοχή των ισλαμικών και ιδιαίτερα των αραβικών χωρών. Η εισροή των κεφαλαίων αυτών έδωσε νέα ώθηση στις κοινωνικές διαδικασίες ανάδειξης νέων κοινωνικών δυνάμεων. Στον αραβικό χώρο, δημιουργείται ο τύπος του «κράτους – εισοδηματία», που αναφέρει ο Λένιν και άλλοι μελετητές του ιμπεριαλισμού των αρχών του 20ού αι. και, μάλιστα, σε μορφή ίσως πιο εμπεριστατωμένη. Εχει, π.χ., αποδειχθεί ότι κράτη που δεν έχουν μεγάλη έκταση ή πληθυσμό, αλλά που έχουν μεγάλα έσοδα από το πετρέλαιο, όπως, π.χ., το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν, το Κατάρ, το Ομάν κλπ., θα μπορούσαν να ζήσουν μόνο με τις προσόδους από τις επενδύσεις των εσόδων τους από το πετρέλαιο στην παγκόσμια αγορά, ακόμη και χωρίς να συνεχίσουν τις εξαγωγές πετρελαίου.

Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν δυνατόν να μη δημιουργήσει στρώματα που θέλουν να «γίνουν κάτι», να παίξουν επιφανή ρόλο στα διεθνή πράγματα, για να μην πούμε ακόμη και να πάρουν τη θέση του ιμπεριαλισμού. Αλλωστε, το φαινόμενο της «ανανέωσης – και – κινητοποίησης» των διαφόρων στρωμάτων και πλευρών του αστικού στοιχείου του αραβικού κόσμου στις τελευταίες δεκαετίες είναι πλέον πασιφανές.

Υπάρχουν ενδείξεις κατά το μάλλον ή ήττον σαφείς ότι η πιο ολοκληρωμένη μορφή του ισλαμιστικού ρεύματος βρήκε τη ρίζα της ακριβώς στις ενδιάμεσες δυνάμεις αυτών των κοινωνιών που το χρειάζονται για πολλούς λόγους.

Το φαινόμενο αυτό συχνά σχετίζεται, κατ’ αρχήν, και με αντιθέσεις στο εσωτερικό των δυνάμεων αυτών.

Αυτό φάνηκε στο Ιράν.
Σε μια χώρα με σχετικά «ομαλή», με την έννοια της ομοιότητας με την ευρωπαϊκή πορεία, ανάπτυξη του καπιταλισμού, όπου, όμως, κύριο χαρακτηριστικό αποτελεί η ξένη διείσδυση, έχουμε αναπόφευκτα το φαινόμενο της επέκτασης της «διπλής κοινωνίας». Με άλλα λόγια, τη δημιουργία «διπλών» στρωμάτων ή, πιο συγκεκριμένα, στρωμάτων δύο κατηγοριών:

α) Από τη μια μεριά, τα στρώματα εκείνα που συνδέονται με τους πιο παραδοσιακούς τομείς, κυρίως το εμπόριο, τη βιοτεχνία και τη γεωργία, που είναι και οι φορείς των «ανατολικών» και ισλαμικών παραδόσεων της χώρας.
β) Από την άλλη μεριά, τα στρώματα που συνδέονται με τους πιο συγχρόνους τομείς, κυρίως τη βιομηχανία και, κυρίως, τον ισχυρό κρατικό τομέα, τις εισαγωγές κλπ. Τα στρώματα αυτά είναι από την ίδια τη φύση των απασχολήσεών τους συνδεδεμένα με τη «Δύση» – ακριβέστερα, στραμμένα προς αυτή.

Δε μιλάμε μόνο για διαφορετικά στρώματα που αντιπαρατίθενται. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με το φαινόμενο, γνωστό και στην Ευρώπη, της αντιπαράθεσης διαφόρων στρωμάτων της αστικής τάξης (π.χ., εμπορικού και βιομηχανικού κεφαλαίου). Εχουμε να κάνουμε με το φαινόμενο αντιπαράθεσης τμημάτων της αστικής τάξης που η διαδικασία της διαμόρφωσής τους συνδέεται στενά κυρίως με το εθνικό πρόβλημα, όπως αυτό εμφανίζεται στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Μιλάμε για «διπλά» στρώματα, δηλαδή για μια «διπλή» μεγαλοαστική τάξη, «διπλά» στρώματα της υπόλοιπης αστικής τάξης, «διπλές» μεσαίες τάξεις, αλλά και, ως ένα βαθμό, «διπλή» εργατική τάξη και, αρκετά λιγότερο, «διπλή» αγροτιά. Στο Ιράν, όπως και σε πολλές άλλες χώρες (ως ένα βαθμό και σε τελείως άλλες συνθήκες, και στην Ελλάδα), αυτό το φαινόμενο φαίνεται (ή, τουλάχιστον, φαινόταν) πολύ καθαρά.

Η διπλή αυτή διαμόρφωση ήταν ακόμη πιο έντονη στα μεσαία ακριβώς στρώματα της ιρανικής κοινωνίας και αυτό πήγε σε μερικές στιγμές να φανεί και στον τομέα της πολιτικής, όπως, σύμφωνα με μερικούς, φάνηκε στην απόπειρα του Σαπούρ Μπαχτιάρ.

Ασφαλώς, δεν πρόκειται για τυφλή και αφηρημένη αντιπαράθεση. Τα τμήματα αυτά των διαφόρων στρωμάτων έχουν, σε κάποιο βαθμό, διαφορετικά συμφέροντα και έχουν διαφορετική οικονομική και, σε ακόμη σημαντικότερο βαθμό, ιδεολογική συγκρότηση. Από την άλλη μεριά, οι μεταξύ τους αντιθέσεις (πραγματικές) δε σημαίνουν καθόλου πλήρη αντίθεση. Μεταξύ τους υπάρχουν και σημεία πλήρους συμφωνίας. Προφανή τέτοια σημεία δεν μπορούσαν να μην είναι γενικά θέματα, όπως, π.χ., η διατήρηση και η διαφύλαξη του καπιταλιστικού συστήματος. Αλλά και άλλα, πολύ σημαντικά, θέματα, όπως, π.χ., οι βλέψεις να γίνει το Ιράν μεγάλη περιφερειακή ή και παγκόσμια δύναμη. Στην πράξη, η συμφωνία τους εξέφραζε τις αντιθέσεις τους. Η κάθε πλευρά, ως ένα βαθμό, αντιτασσόταν στην άλλη, γιατί η ίδια της η φύση την έσπρωχνε να πιστεύει ότι αυτή και όχι η άλλη θα μπορούσε καλύτερα να επιτύχει τους κοινούς στόχους. Εκτός αυτού, βέβαια, έπαιζαν ρόλο και τα διαφορετικά συστήματα συμμαχιών, μαζικής βάσης κλπ.

Η μεταξύ τους αναμέτρηση έδειξε ότι η «μουσουλμανική» πλευρά ήταν ισχυρότερη και, μάλιστα, πολύ. Σημειώνουμε ότι, όταν λέμε «μουσουλμάνοι», εννοούμε την πολιτική έννοια, γιατί, από την άποψη της ιστορικής παράδοσης, και οι δυο πλευρές είναι μουσουλμανικές. Ο Σάχης και οι επιτελείς του, που διώχτηκαν ή και εκτελέστηκαν, ήταν εξίσου μουσουλμάνοι με τον Αγιατολάχ Χομεϊνί και τους δικούς του επιτελείς.

Μετά τη νίκη της Επανάστασης το 1980, οι διαφορές της «διπλής κοινωνίας» φάνηκαν με μια χαρακτηριστική ανατροπή της ισορροπίας μέσα στα κυρίαρχα στρώματα. Παρατηρείται μια έντονη μετατόπιση της κυριαρχίας από τα στρώματα τα προσανατολισμένα προς τη βιομηχανία, στα στρώματα τα προσανατολισμένα προς το εμπόριο (οι περίφημοι BAZARIS, για πολύ καιρό το κύριο στήριγμα του ισλαμικού καθεστώτος).

Υπάρχουν έντονα στοιχεία ότι αυτό που σήμερα αποκαλούμε, σε μια πιο εξελιγμένη μορφή του, ισλαμισμό, χρησιμοποιήθηκε από μερικές αραβικές κυβερνήσεις σαν αντίβαρο των στενών σχέσεων με την ΕΣΣΔ που δημιουργούσε η συμμαχία μαζί της.

Αυτό φάνηκε πολύ καθαρά στην Αίγυπτο. Εκεί, ο ισλαμισμός (ακριβέστερα, η επίκληση του Ισλάμ) έγινε το συστηματικό όργανο του καθεστώτος, με στόχο την εξασφάλιση της αποτροπής της επαναστατικής εξαλλαγής της αντιπαράθεσης με τον ιμπεριαλισμό. Το νασερικό καθεστώς επί πολλά χρόνια, παρόλο που πήρε πολύ σκληρά μέτρα ενάντια στα απείθαρχα ισλαμικά στοιχεία, που είχαν ένα από τα πιο σημαντικά τους κέντρα ακριβώς στην Αίγυπτο, από την άλλη χρησιμοποίησε την τακτική τους σαν εμπόδιο για οποιαδήποτε δύναμη θα τολμούσε να σπρώξει πιο πέρα την πολιτική του από εκεί που αυτό θεωρούσε αναγκαίο και αρκετό.

Στην Αίγυπτο φάνηκε πολύ καθαρά πως «ο ισλαμισμός πριν τον ισλαμισμό» χρησιμοποιήθηκε σαν όργανο ακριβώς των μεσαίων τάξεων των αραβικών χωρών.

Ενα άλλο τέτοιο παράδειγμα έχουμε στην Αλγερία.
Μια από τις πιο μεγάλες και μακρόχρονες εκστρατείες της ανεξάρτητης Αλγερίας ήταν ο «εξαραβισμός της χώρας». Τα κίνητρα αυτής της εκστρατείας είναι πολλά και ποικίλα. Ενα από αυτά είναι, αναντίρρητα, ο φόβος του πραγματικού κινδύνου εξάλειψης του αραβικού χαρακτήρα της χώρας. Αρκεί να πούμε ότι, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, σε σύνολο πληθυσμού όχι πάνω από 10.000.000, τα 2.500.000 είναι άμεσα ευρωπαϊκής καταγωγής και ένα μεγάλο μέρος (ίσως, μάλιστα, η πλειοψηφία) του ιθαγενούς πληθυσμού μιλά μόνο γαλλικά.

Η εκστρατεία αυτή, όμως, δεν ήταν μόνο εκστρατεία εξαραβισμού, ήταν και πολύ φανερά εκστρατεία «εξισλαμισμού». Αυτό φάνηκε καθαρά στα σύμβολα που χρησιμοποιήθηκαν, μεταξύ αυτών, και στη σημαία της ανεξάρτητης Αλγερίας.

Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες φαίνονται σήμερα.

Υπάρχουν πολύ βάσιμοι λόγοι για να πιστέψει κανείς ότι ο ισλαμισμός χρησιμοποιήθηκε από τα μεσαία και ανώτερα στρώματα των αραβικών και, αργότερα, των μουσουλμανικών χωρών γενικά σαν αντίβαρο στη χειραφέτηση της εργατικής τάξης και όλων των εργαζομένων.

Η συγκεκριμένη εφαρμογή είναι, όπως πάντα, πολύπλοκη κι όχι πάντα εύκολη στη σύλληψη. Το πιο άμεσο δείγμα είναι η «οργανωτική», αν μπορούμε να την πούμε έτσι, εφαρμογή. Στο Ιράν, π.χ., βλέπουμε ότι, στα 15 χρόνια της Ισλαμικής Δημοκρατίας, οι καπιταλιστές δεν έχασαν καθόλου, αντίθετα όλα δείχνουν ότι κέρδισαν, ενώ η κατάσταση των εργαζομένων δεν έπαψε να επιδεινώνεται. Οι εργάτες δεν κέρδισαν κανένα δικαίωμα και τα «Ισλαμικά Συμβούλια», που δημιουργήθηκαν στις επιχειρήσεις, αποδείχτηκαν θαυμάσια όργανα ενίσχυσης της εκμετάλλευσης. Οσοι εργάτες αντέδρασαν, εξοντώθηκαν αμείλικτα.

Σε άλλες περιπτώσεις, η εφαρμογή δεν είναι τόσο φανερή. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι η προτίμηση που δείχνουν στον ισλαμισμό οι μεσαίες και ανώτερες τάξεις των μουσουλμανικών χωρών έχει ένα βαθύτερο ιδεολογικό νόημα: Αποδοχή των στασιαστικών κηρυγμάτων του ισλαμισμού, αλλά μόνο εφόσον θα είναι προς όφελός τους. Δηλαδή, εφόσον θα παίρνουν τη μορφή της μετατροπής του Ισλάμ σε έναν ιδεατά «κλειστό» κόσμο, όπου η εκμετάλλευση, ας πούμε, θα είναι καλή, αν είναι «ισλαμική». Ετσι, ανοίγεται και ο δρόμος για το χαρακτηρισμό των σοσιαλιστικών, των μαρξιστικών κλπ. ιδεών σαν «ξένων», «μη – ισλαμικών» κλπ. Πρόκειται, άλλωστε, για τακτική της αστικής τάξης και έξω από τις ισλαμικές χώρες, όπως, π.χ., στη Λατινική Αμερική.
 
Αναδημοσίευση του μεγαλύτερου μέρους του άρθρου από την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» – ΚΟΜΕΠ (τεύχος 1, του 1996)
 
* Φουνταμενταλισμός: (Από τη λατινική λέξη FUNDAMENTUM = Θεμέλιο). Κοσμοαντίληψη που βλέπει διάφορες λειτουργίες και πλευρές του περιβάλλοντος θεμελιωμένες στις θρησκευτικές αντιλήψεις και γι’ αυτό απαιτεί την απαρέγκλιτη συμμόρφωση με αυτές. Ο όρος χρησιμοποιήται κατ’ αναλογία για την περιγραφή και ιδεολογικών τοποθετήσεων που δε σχετίζονται με θρησκευτικές, κατ’ ανάγκην, αντιλήψεις, διακρίνονται όμως για τον αδιάλλακτο δογματισμό τους.
** Ιντεγκρισμός: (Από τη λατινική λέξη INTEGRUS = ακέραιος, ολόκληρος, πλήρης). Αντίληψη που απαιτεί οργάνωση της κοινωνικής ζωής σε όλες της τις πλευρές, με βάση την πλήρη εφαρμογή των θρησκευτικών κανόνων, επιταγών και προσταγμάτων.

Του Θανάση ΠΑΠΑΡΗΓΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου