Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Η επαγγελία της ανάπτυξης: Το παράδειγμα της λαϊκής κατοικίας

Φορολογία ακινήτων, άρση του «μορατόριουμ» στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, «κόκκινα δάνεια», αντικειμενικές αξίες ακινήτων είναι κάποιες λέξεις από την ορολογία που τις τελευταίες βδομάδες μονοπωλούν τα δελτία ειδήσεων των αστικών ΜΜΕ. Η κυβέρνηση δίνει «τη μάχη με την τρόικα» για μια ακόμη φορά, ενώ παράλληλα κορυφώνεται ξανά η γνωστή κάλπικη αντιπαράθεση κυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ για το ποιος είναι ο αποτελεσματικότερος «προστάτης» των φτωχών - λαϊκών νοικοκυριών.
 
Οι δυσκολίες της αστικής πολιτικής
 
Όλη αυτή η συζήτηση έφερε ξανά στο προσκήνιο τις δυσκολίες της αστικής πολιτικής διαχείρισης της κρίσης, καθώς καλείται να υπηρετήσει αρκετές φορές αντιφατικούς μεταξύ τους στόχους και να εξασφαλίσει την ικανοποίηση διαφορετικών μερίδων του κεφαλαίου.
 
Ποιο είναι το πρόβλημα που αποτελεί προτεραιότητα για την αστική διαχείριση στο ζήτημα της στεγαστικής πίστης;
 
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, μέχρι και το προηγούμενο εξάμηνο (1ο εξάμηνο 2013) το 29,3% του συνόλου των δανείων και αντίστοιχα το 24% του συνόλου των στεγαστικών είχαν «κοκκινίσει», δηλαδή καθυστερούσε η αποπληρωμή τους για πάνω από 90 μέρες. Τα στεγαστικά δάνεια τα οποία έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα αγγίζουν, σύμφωνα με τις αναφορές στον Τύπο, τα 65.000, επομένως τόσες είναι οι κατοικίες που μπορεί να βρεθούν άμεσα υπό απειλή κατάσχεσης. Τα «κόκκινα» δάνεια με υποθήκη ακίνητα ανέρχονται επί του παρόντος σε πάνω από 115.000. Η αντιφατική κατάσταση που δημιουργείται έχει απ' τη μια το χρηματοπιστωτικό τομέα που είναι υποχρεωμένος να εισπράξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα των οφειλών από στεγαστικά δάνεια προκειμένου να ενισχυθεί η κερδοφορία του και από την άλλη την πιθανότητα σημαντικής πίεσης στις τιμές των ακινήτων αν υπάρξει ένα γενικευμένο κύμα κατασχέσεων - πλειστηριασμών σε όλη την Ελλάδα, που θα επιδράσει στα εποπτικά κεφάλαια των ίδιων των τραπεζών αλλά και σε μονοπωλιακούς ομίλους που δραστηριοποιούνται σε άλλους κλάδους, π.χ. στις κατασκευές.
 
Η «σταδιακή» εξαθλίωση των εργαζομένων
 
Η πιθανότερη άμεση παρέμβαση που φαίνεται να προκρίνεται τελικά είναι η σταδιακή «απελευθέρωση» των πλειστηριασμών, η σταδιακή επιδείνωση της θέσης λαϊκών οικογενειών, που είτε θα χάσουν το σπίτι τους, είτε θα εξαναγκαστούν να περικόψουν ό,τι μπορούν για να αποπληρώσουν το μεγαλύτερο δυνατό τμήμα των δανείων. Ο σχεδιασμός είναι σε πρώτη φάση να μειωθεί το όριο αντικειμενικής αξίας ακινήτου το οποίο προστατεύεται από τις κατασχέσεις (σήμερα στις 300.000 ευρώ) ή το ύψος του χρέους προς τράπεζες για το οποίο προστατεύεται το ακίνητο (σήμερα στις 200.000 ευρώ). Η μείωση αυτών των ορίων αυτόματα απειλεί δεκάδες χιλιάδες ακίνητα, η πλειοψηφία των οποίων αποτελούν λαϊκή στέγη, με πλειστηριασμούς, δίνοντας στις τράπεζες τη δυνατότητα να αποκτήσουν «έναντι πινακίου φακής» όσα ακίνητα επιθυμούν. Ταυτόχρονα, ακόμα και αν δεν οδηγήσει σε πλήρη απελευθέρωση των πλειστηριασμών, η εξέλιξη αυτή αντικειμενικά εξαθλιώνει δεκάδες χιλιάδες λαϊκές οικογένειες, που πρακτικά θα αναγκαστούν να ζουν με όρους πείνας προκειμένου να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή των δόσεων προς τις τράπεζες. Η τελευταία πρόταση που διέρρευσε είναι αυτή για απαγόρευση πλειστηριασμού πρώτης κατοικίας δανειολήπτη, με συνολική ακίνητη περιουσία αξίας ως και 200% της αξίας της πρώτης κατοικίας (120% ζητά η τρόικα). Παράλληλα, εισάγονται νέες έννοιες, όπως ο δανειολήπτης «καλής πίστης», ο οποίος καθότι συνεπής στη φτώχεια του, έχοντας αποπληρώσει σημαντικό τμήμα του δανείου, θα έχει «διευκολύνσεις» για το υπόλοιπο. Επίσης, το «μέσο αποδεκτό κόστος διαβίωσης» για μια εξαθλιωμένη οικογένεια ως στατιστικός δείκτης εισοδήματος προκειμένου να ρυθμιστούν οι δόσεις και η διάρκεια του δανείου. Οπως ομολογείται, στόχος όλων των ρυθμίσεων είναι να αποκτηθεί «κουλτούρα πληρωμής», δηλαδή ο καταναγκασμός να πληρώσουν όσο μπορούν οι λαϊκές οικογένειες.
 
Η αστική διαχείριση επιχειρεί να αντιμετωπίσει την παραπάνω αντίφαση, ενώ ταυτόχρονα υπηρετεί πιστά τη διαχρονική πολιτική συγκέντρωσης της ιδιοκτησίας γης και ακινήτων σε μεγάλες καπιταλιστικές εκμεταλλεύσεις ώστε να δοθεί διέξοδος για επενδύσεις σε υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, που αδυνατούν να βρουν κερδοφόρα διέξοδο σε άλλους τομείς και κλάδους της καπιταλιστικής οικονομίας.
 
Η κατεύθυνση αυτή αναδεικνύεται από το σύνολο των νομοθετικών ρυθμίσεων και σχεδιασμών του αστικού κράτους, τα τελευταία χρόνια. Αποκαλυπτικό είναι το επίκαιρο παράδειγμα της φορολόγησης ακινήτων - με το νομοσχέδιο πιθανότατα να κατατίθεται την προσεχή βδομάδα - το οποίο αναδεικνύει τη διττή στόχευση: Αφενός τη φορολογική αφαίμαξη των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων προκειμένου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα κεφάλαια για την κρατική στήριξη των μονοπωλίων - της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αφετέρου τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας στα χέρια των μονοπωλίων. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι ο συντελεστής φορολογίας που επιβάλλεται στα Νομικά Πρόσωπα που είναι ιδιοκτήτες ακινήτων προβλέπεται μειωμένος στο μισό, ενώ ταυτόχρονα η φορολογία στα ακίνητα της λαϊκής οικογένειας διευρύνεται και μονιμοποιείται.
 
Η επίθεση στους μισθούς και στο λαϊκό εισόδημα προϋπήρξε της καπιταλιστικής κρίσης και κλιμακώθηκε με την εκδήλωσή της. Η ραγδαία αύξηση του τραπεζικού δανεισμού της εργατικής - λαϊκής οικογένειας για την κάλυψη των στεγαστικών της αναγκών πραγματοποιήθηκε σε περιόδους υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας και ενίσχυσε συνολικά την κερδοφορία των μονοπωλίων. Στην πραγματικότητα, η σχετική εξαθλίωση μεγάλου μέρους των εργαζομένων, η συμπίεση των μισθών σε σχέση με τις αναγκαίες δαπάνες κάλυψης βασικών αναγκών, οδήγησε στο δανεισμό από τις τράπεζες ως προϋπόθεση για την κάλυψη των αναγκών, όχι ως πολυτέλεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο 1997 - 2008, η ονομαστική τιμή της κατοικίας στην Αθήνα αυξήθηκε κατά 177% (στοιχεία ΤτΕ), ενώ οι ονομαστικοί μισθοί μόλις κατά 75% (στοιχεία AMECO). Δεν έφερε ο δανεισμός την κρίση στον κλάδο κατασκευής κατοικιών. Σήμερα που υπολογίζονται σε πάνω από 20.000 οι άστεγοι και αυξάνονται οι νέοι που φιλοξενούνται στην κατοικία των γονέων τους αφού δημιουργήσουν δική τους οικογένεια, την ίδια ώρα υπάρχουν πάνω από 200.000 απούλητα διαμερίσματα. Η πραγματικότητα της κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου στις κατασκευές αναδεικνύει την τεράστια απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στις δυνατότητες και στην πραγματικότητα ικανοποίησης των διαρκώς διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών.
 
Ταυτόχρονα, αναδεικνύεται η κάλπικη εναλλακτική του οπορτουνισμού με τις εντός των τειχών προτάσεις του για ένα ζήτημα που αφορά στην κάλυψη ζωτικών αναγκών της εργατικής - λαϊκής οικογένειας. Η πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ δίνει απλά ενός έτους παράταση στο «μαρτύριο της σταγόνας» που βιώνει η λαϊκή οικογένεια μπροστά στην απειλή του πλειστηριασμού και κυρίως αποδέχεται ότι την ευθύνη για την αποπληρωμή των δανείων τους έχουν τελικά τα λαϊκά στρώματα που εξαναγκάστηκαν σε δανεισμό για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Η πρότασή του για φορολογία ακινήτων στο μέσο όρο συντελεστή φορολογίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (1,5% του ΑΕΠ έναντι 1,73% του ΑΕΠ που προβλέπει το νομοσχέδιο για τη φορολογία των ακινήτων) δείχνει πόσο απέχει η εναλλακτική «αντιμνημονιακή» λύση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ από την πολιτική που εφαρμόζουν οι «μνημονιακές» κυβερνήσεις. Στην πραγματικότητα, κάθε κυβέρνηση εντός των τειχών της ΕΕ και της εξουσίας των μονοπωλίων, κάθε κυβέρνηση δηλαδή που αποδέχεται την ανάγκη των μονοπωλίων για διασφάλιση της ανταγωνιστικότητάς τους, θα καταφύγει στη φορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων για να διασφαλίσει τα απαραίτητα κεφάλαια ενίσχυσης των «υγιών» μονοπωλιακών ομίλων προκειμένου να υπάρξει «αναπτυξιακή» πολιτική.
 
Λαϊκή στέγη εμπόρευμα ή δικαίωμα;
 
Η συνδυασμένη κάλυψη των αναγκών για λαϊκή στέγη δεν επιτυγχάνεται ούτε με τις προτάσεις της κυβέρνησης, ούτε με τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Παρά τις όποιες επιμέρους διαφορές τους, και οι δύο βρίσκονται στην ίδια όχθη του ποταμού. Και οι δύο τελικά απαντούν στο ερώτημα, λαϊκή στέγη εμπόρευμα ή δικαίωμα, με τον ίδιο τρόπο. Το δρόμο αυτόν, το δρόμο που αντιμετωπίζει τη λαϊκή στέγη ως εμπόρευμα, τον δοκιμάσαμε. Είναι ο δρόμος που οδηγεί σε 200.000 απούλητες κατοικίες και την ίδια στιγμή σε εκατοντάδες χιλιάδες νέους να μένουν με τους γονείς τους, ο δρόμος που απειλεί με κατασχέσεις δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά, ο δρόμος που καταδικάζει χιλιάδες οικογένειες να μένουν χωρίς ρεύμα.
 
Η απάντηση για τους εργαζόμενους βρίσκεται στον αντίποδα αυτής της πολιτικής. Η κάλυψη των συνδυασμένων λαϊκών αναγκών για στέγαση, η εξασφάλιση φθηνής, ασφαλούς, ποιοτικής κατοικίας για όλους είναι δικαίωμα όλων των εργαζομένων.
 
Η εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα έχουν μία και μοναδική διέξοδο: Την οργάνωση της πάλης για την αναγέννηση ενός πανίσχυρου λαϊκού κινήματος, την οικοδόμηση της Λαϊκής Συμμαχίας που θα ξεκινά απαιτώντας να πληρώσουν την κρίση τα μονοπώλια, που θα παλέψει στην πράξη για την απαγόρευση κάθε πλειστηριασμού λαϊκής κατοικίας και θα απαιτήσει τη λήψη άμεσων μέτρων ανακούφισης των υπερχρεωμένων νοικοκυριών. Ένα κίνημα που θα σημαδεύει τον πραγματικό αντίπαλο και θα βάλει πλώρη για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης: Την αποδέσμευση από την ΕΕ, την κατάκτηση της εξουσίας και την κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό της παραγωγής και εργατικό έλεγχο, που θα έχει στο επίκεντρο την ικανοποίηση των αναγκών του εργαζόμενου και της οικογένειάς του και όχι τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων.
 
Του Ηλία ΤΣΙΜΠΟΥΚΑΚΗ*
*Ο Ηλίας Τσιμπουκάκης είναι μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου