Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

Σχετικά με το νέο τρόπο τιμολόγησης των φαρμάκων

Η αντιπαράθεση ανάμεσα στα ιδιαίτερα συμφέροντα της ντόπιας φαρμακοβιομηχανίας και σε αυτά των πολυεθνικών, παίρνει μεγαλύτερη διάσταση όσο μικραίνει η πίτα του προϋπολογισμού της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνηςΣτο πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης «Μέτρα για την εφαρμογή της Συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», που ψηφίστηκε την Παρασκευή, 16 Οκτώβρη, το άρθρο 15 αναφερόταν στην τιμολόγηση των φαρμάκων. Το άρθρο αυτό υλοποιεί ένα μέρος από τα προαπαιτούμενα του 3ου μνημονίου σχετικά με τα φάρμακα. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, επιδιώκεται ο εξορθολογισμός των κανόνων της τιμολόγησης των φαρμάκων και η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης.

Συγκεκριμένα, στο άρθρο αναφέρεται ότι:
  • Η τιμή των OFF PATENT φαρμάκων, δηλαδή των πρωτότυπων φαρμάκων που έχασαν την πατέντα τους διαμορφώνεται στο 50% της τιμής που είχαν όσο ήταν εντός της προστασίας (πατέντας) ή σε αυτήν που προκύπτει από το μέσο όρο των τριών χαμηλότερων τιμών των κρατών - μελών της ΕΕ. Κριτήριο γι' αυτήν την επιλογή είναι ποια από τις δύο είναι η χαμηλότερη τιμή.
  • Η τιμή των γενόσημων φαρμάκων (αντίγραφα), διαμορφώνεται στο 65% της τιμής των OFF PATENT φαρμάκων όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.
Τι αλλάζει σχετικά με τον προηγούμενο τρόπο τιμολόγησης
 
Τα OFF PATENT φάρμακα τιμολογούνταν στο 50% της τιμής του πρωτότυπου που ήταν εντός της πατέντας με την προϋπόθεση ότι υπήρχαν σε κυκλοφορία αντίστοιχα γενόσημα. Εάν δεν υπήρχε αντίστοιχο γενόσημο, τότε έπαιρνε τιμή σύμφωνα με το μέσο όρο των τριών χαμηλότερων τιμών στα κράτη - μέλη της ΕΕ. Η τιμολόγηση αυτή γινόταν σε φάρμακα που η τιμή τους ήταν πάνω από 12 ευρώ και δεν μπορούσε να πέσει κάτω απ' αυτήν. Το όριο αυτό έμπαινε για λόγους προαγωγής της χρήσης οικονομικότερων θεραπειών, προάσπισης της Δημόσιας Υγείας, επάρκειας τέτοιων φαρμάκων σύμφωνα με το νόμο.

Επομένως, με τη νέα διάταξη ενοποιείται η τιμολόγηση των OFF PATENT φαρμάκων ανεξάρτητα αν έχουν ή όχι γενόσημα, με κριτήριο τη χαμηλότερη τιμή και χωρίς να τίθεται το προστατευτικό όριο των 12 ευρώ κάτω από το οποίο δεν μπορούσε να πέσει η τιμή των συγκεκριμένων φαρμάκων.
 
Τα γενόσημα τιμολογούνταν στο 32,5% της τιμής των πρωτότυπων που ήταν εντός της πατέντας. Η τιμολόγηση αυτή γινόταν σε φάρμακα που η τιμή τους ήταν πάνω από 7,8 ευρώ και δεν μπορούσε να πέσει κάτω απ' αυτήν. Και εδώ βγαίνει το προστατευτικό όριο των 7,8 ευρώ κάτω από το οποίο δεν μπορούσε να πέσει η τιμή των συγκεκριμένων φαρμάκων.

Φάρμακα φτηνά για το κράτος - πανάκριβα για τους ασθενείς
 
Ο προαναφερόμενος τρόπος τιμολόγησης των φαρμάκων αποσκοπεί στη μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης (κράτους και ασφαλιστικών ταμείων) όχι όμως και της ιδιωτικής (αυτά που πληρώνουν οι ασθενείς). Ο νέος τρόπος της τιμολόγησης αφορά μόνο τα φάρμακα που αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία και όχι αυτά της αρνητικής λίστας, τα οποία θα διατηρήσουν τις σημερινές υψηλές τιμές ούτε και τα ΜΗΣΥΦΑ, τα οποία μπορεί και να ακριβύνουν. Αυτές τις δύο κατηγορίες φαρμάκων τις πληρώνουν εξολοκλήρου οι ασθενείς και γι' αυτό το κράτος αδιαφορεί για τη δαπάνη τους.

Η μείωση της λιανικής τιμής των φαρμάκων που θα προκύψει από αυτήν την τιμολόγηση, προβάλλεται από την κυβέρνηση ως μέτρο δήθεν φιλολαϊκού χαρακτήρα. Στην πραγματικότητα, με το μέτρο αυτό μπορεί να αφαιρείται ένα μικρό μέρος από την υψηλή κερδοφορία της φαρμακοβιομηχανίας, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι και οι ασθενείς θα έχουν κάποιο οικονομικό όφελος. Αντίθετα, μπορεί να προκύψει ακόμα και αύξηση των πληρωμών τους. Για το ΚΚΕ αυτό είναι το κριτήριο και για τη συγκεκριμένη ρύθμιση, δηλαδή αν θα υπάρχει όφελος για τα λαϊκά στρώματα.

Εξάλλου, υπάρχει αντίστοιχη εμπειρία από τα προηγούμενα χρόνια που όλες οι κυβερνήσεις μείωναν τις λιανικές τιμές των φαρμάκων, αλλά οι ασθενείς συνέχιζαν να πληρώνουν όλο και πιο αυξημένα ποσά για την αγορά τους. Αυτό γίνεται διότι το ποσόν που πληρώνει ο ασθενής δεν εξαρτάται μόνο από την τιμή του φαρμάκου, αλλά και από μια σειρά άλλους παράγοντες όπως:

1. Η ασφαλιστική τιμή των φαρμάκων, δηλαδή τιμή με την οποία αποζημιώνουν τα φάρμακα τα ασφαλιστικά ταμεία. Η ασφαλιστική τιμή είναι κατά κανόνα μικρότερη από τη λιανική τιμή των φαρμάκων. Ετσι τα ασφαλιστικά ταμεία υπολογίζουν τη συμμετοχή τους σε ένα μόνο μέρος της τιμής των φαρμάκων. Για παράδειγμα, ο ασφαλισμένος με συμμετοχή 25% για ένα φάρμακο που στοίχιζε 20 ευρώ, πλήρωνε από την τσέπη του 5 ευρώ και τα υπόλοιπα 15 ευρώ τα πλήρωνε ο ΕΟΠΥΥ. Οταν η τιμή του ίδιου φαρμάκου μειώθηκε στα 10 ευρώ, έπρεπε να μειωθεί και η συμμετοχή του ασφαλισμένου, όμως αυτό δεν έγινε ποτέ, γιατί η συμμετοχή καθορίστηκε με βάση την ασφαλιστική τιμή. Ετσι ο ΕΟΠΥΥ πλήρωνε στα 10 ευρώ τα 3 ευρώ, αυτή είναι η ασφαλιστική τιμή και ο ασφαλισμένος, ενώ έχει 25% συμμετοχή, πλήρωνε 7 ευρώ. Με αυτό το κόλπο μειώνεται η φαρμακευτική δαπάνη για το κράτος, ωστόσο το κόστος μετακυλίεται στον ασθενή.

2. Εκατοντάδες φάρμακα έχουν ενταχθεί στην «αρνητική λίστα» (περιλαμβάνει συνταγογραφούμενα φάρμακα που δεν αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία όπως παυσίπονα, αντισταμινικά, αντιβηχικά, οφθαλμικά κολλύρια κ.λπ.) και σε αυτήν των ΜΗΣΥΦΑ (περιλαμβάνει μη συνταγογραφούμενα φάρμακα όπως αλοιφές, φάρμακα για δερματικές παθήσεις κ.λπ.) που πληρώνονται 100% από τους ασθενείς.

3. Εχει αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής (από 0% σε 10% ή και σε 25%) σε κατηγορίες ασθενειών.

4. Εχει επιβληθεί 1 ευρώ ανά συνταγή φαρμάκων. Με τον περιορισμό των 3 φαρμάκων ανά συνταγή, καθώς και τον περιορισμό του είδους των φαρμάκων που μπορούν να συνταγογραφούν οι γιατροί ανάλογα την ειδικότητα, αρκετοί ασθενείς αναγκάζονται να πληρώνουν για περισσότερες συνταγές το χαράτσι αυτό.

Ολοι οι παραπάνω παράγοντες παραμένουν σε ισχύ. Αποτέλεσαν ουσιαστικά τα εργαλεία προκειμένου να υλοποιηθεί η πολιτική της ΕΕ, μείωσης των δημόσιων και αύξησης των ιδιωτικών δαπανών στα φάρμακα. Ετσι, ενώ πριν την κρίση το 2009 η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ήταν 5,2 δισ. και η ιδιωτική δαπάνη των ασφαλισμένων ήταν 524 εκατ., σταδιακά το 2014 η δημόσια δαπάνη μειώθηκε στα 2,2 δισ. και η ιδιωτική δαπάνη αυξήθηκε στα 750 εκατ. ευρώ.

Ο ΕΟΠΥΥ, σύμφωνα με το 3ο μνημόνιο μέχρι και το 2018 έχει έναν κλειστό προϋπολογισμό, δηλαδή θα δίνει για φάρμακα έως 1,94 δισ. ευρώ κάθε χρόνο, τα οποία είναι μειωμένα κατά 60 εκατ. ευρώ σε σχέση με το ανεπαρκέστατο ποσόν του 2015 (2 δισ. ευρώ) που οδήγησε τους ασθενείς να πληρώνουν αυξημένα ποσά. Μάλιστα στον παραπάνω μειωμένο προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ έχουν συμπεριληφθεί και οι δαπάνες των εμβολίων που πριν αποτελούσε ξεχωριστό κοντύλι.

Η πλαστή για το λαό αντιπαράθεση της φαρμακοβιομηχανίας
 
Σε αυτόν τον ανεπαρκέστατο και κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ, το επόμενο διάστημα πρέπει να «χωρέσουν» και τα νέα πρωτότυπα και πιο ακριβά φάρμακα που παράγονται από τις πολυεθνικές φαρμακοβιομηχανίες.

Τα τελευταία χρόνια, η αντιπαράθεση ανάμεσα στα ιδιαίτερα συμφέροντα της ντόπιας φαρμακοβιομηχανίας και σε αυτά των πολυεθνικών, παίρνει μεγαλύτερη διάσταση όσο μικραίνει η πίτα του προϋπολογισμού της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης. Διότι παρά τα προβλήματα, όπως της έγκαιρης πληρωμής από τα ασφαλιστικά ταμεία, ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ αποτελούσε μια μορφή προστατευτισμού για την πώληση των εμπορευμάτων της φαρμακοβιομηχανίας.

Τώρα που περιορίζεται δραστικά αυτός ο προϋπολογισμός, βγαίνουν τα «μαχαίρια» από τους φαρμακοβιομήχανους, ντόπιους και ξένους, προκειμένου να διεκδικηθεί μεγαλύτερο μερίδιο ή να χαθεί όσο το δυνατόν λιγότερο από την περιορισμένη αυτή «πίτα».

Αυτό εκφράστηκε σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό και κατά τη διάρκεια της ακρόασης των φορέων στη Βουλή στη διάρκεια της συζήτησης του συγκεκριμένου άρθρου με τις τοποθετήσεις των εκπροσώπων της ντόπιας φαρμακοβιομηχανίας και του εκπροσώπου του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου.

Η αντιπαράθεση γίνεται ανάμεσα στην «Ελληνική» φαρμακοβιομηχανία και στις πολυεθνικές, οι οποίες με τα νέα φάρμακα θα αφαιρέσουν μεγάλο μέρος του κλειστού προϋπολογισμού, περιορίζοντας έτσι το δικό τους κομμάτι. Πάνω σ' αυτήν τη βάση υπάρχει η αντιπαράθεση του τύπου «πρωτότυπα» - «γενόσημα», «ελληνικά - εισαγόμενα» φάρμακα και μάλιστα την ίδια στιγμή που στον τομέα της παραγωγής και της έρευνας υπάρχει ένα αξεδιάλυτο «κουβάρι» ανάμεσα στις φαρμακοβιομηχανίες, ντόπιες και ξένες.

Στην ίδια βάση έγινε και η αντιπαράθεση σχετικά με τις «λιανικές τιμές» των φαρμάκων. Σύσσωμοι οι παραπάνω εκπρόσωποι έβαλαν το ζήτημα - που έχει και τη διάσταση του εκβιασμού - ότι παλιά, φτηνά και δοκιμασμένα φάρμακα θα αποσυρθούν, γιατί δήθεν δε θα «συμφέρει» η παραγωγή τους, δηλαδή δε θα έχουν το προσδοκώμενο κέρδος.

Φυσικά, οι εκπρόσωποι αυτοί δεν πρωτοτύπησαν. Διότι και στο παρελθόν η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία - με τις πιο ψηλές λιανικές τιμές φαρμάκων - πάλι απέσυρε φάρμακα ή τροποποιούσε τη συσκευασία ή τον αριθμό των χαπιών ή τροποποιούσε ελάχιστα τη δραστική ουσία και πλάσαρε το «νέο» φάρμακο πολύ πιο ακριβά. Πάλι δηλαδή η βάση της αντιπαράθεσης είναι η μέγιστη κερδοφορία και όχι βέβαια οι λαϊκές ανάγκες.

Η στάση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ
 
Ο ίδιος ο υπουργός Υγείας, προκειμένου να μην αφήσει «παραπονεμένο» το εγχώριο κεφάλαιο που δραστηριοποιείται στη φαρμακοβιομηχανία από την ορισμένη μείωση της κερδοφορίας τους, πρόβαλλε τα «ισοδύναμα» μέτρα με τις χρηματοδοτήσεις τους από το ΕΣΠΑ, την κρατική στήριξη για την εμπορική τους δραστηριότητα στο εξωτερικό και για τις κλινικές μελέτες για τα φάρμακα, αξιοποιώντας τις κρατικές υποδομές.

Μάλιστα μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου στη Βουλή, έγινε σύσκεψη, στην οποία συμμετείχαν 5 υπουργοί της κυβέρνησης και εκπρόσωποι των φαρμακοβιομηχάνων, στην οποία επαναλήφθηκαν οι παραπάνω δεσμεύσεις του υπουργού Υγείας και προστέθηκαν και άλλες, όπως «σειρά μέτρων φορολογικών, αναπτυξιακών, προκειμένου να τονωθούν οι επενδύσεις και τα διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα, η μεγέθυνση του κλάδου με όρους διεθνούς ανταγωνιστικότητας και βιωσιμότητας».

Επιβεβαιώνεται δηλαδή, για μια ακόμα φορά, το χοντρό δούλεμα του ΣΥΡΙΖΑ, όταν από τη μια τα δίνει όλα στο κεφάλαιο για την παραγωγή κερδοφόρων εμπορευμάτων - φαρμάκων και στο λαό μιλάει για «φάρμακο - κοινωνικό αγαθό».

Στην προκειμένη περίπτωση, τα μέτρα περιορισμού της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης σημαίνουν είτε αύξηση των εισφορών των εργαζομένων στον κλάδο Υγείας - ήδη αυτό έγινε στον κλάδο Υγείας των κύριων και επικουρικών συντάξεων - είτε αύξηση της συμμετοχής των ασθενών στα αποζημιούμενα από τον ΕΟΠΥΥ φάρμακα ή και περαιτέρω ένταξη φαρμάκων στην «αρνητική λίστα» που μέχρι σήμερα αποζημιώνονταν από τον ΕΟΠΥΥ.

Επίσης, οι ανακοινώσεις του υπουργού Υγείας στις προγραμματικές δηλώσεις για «μείωση του ποσοστού συμμετοχής των ασθενών στο κόστος των φαρμάκων με κοινωνικά και νοσολογικά κριτήρια» αυτό δείχνουν. Γιατί δε σημαίνει ότι αυτή η μείωση θα υλοποιηθεί με αύξηση των κρατικών δαπανών για να μειωθεί έτσι και η ιδιωτική δαπάνη των ασθενών. Με δεδομένο δε τον ανεπαρκή, κλειστό προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ για τη φαρμακευτική δαπάνη, σημαίνει ότι θα επιμεριστεί αυτή η δαπάνη ανάμεσα στους υπόλοιπους ασθενείς.

Ταυτόχρονα, αυτά τα μέτρα, ανεξάρτητα από τις πιέσεις που ασκούν, εξυπηρετούν και τους φαρμακοβιομήχανους - «Ελληνικών ή πολυεθνικών συμφερόντων - ώστε να μειώσουν ή και να καταργήσουν τα ποσά που επιστρέφουν προς τον ΕΟΠΥΥ (clow back) ανάλογα με το ύψος της υπέρβασης που κάνουν στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη.
Επιπλέον, επειδή τα φάρμακα της «αρνητικής λίστας» και τα ΜΗΣΥΦΑ πληρώνονται εξολοκλήρου και άμεσα με «ζεστό» χρήμα από τους ασθενείς, συμφέρει η αύξηση της ζήτησης στους φαρμακοβιομήχανους και σε όλη την αλυσίδα διακίνησης των φαρμάκων, διότι αφ' ενός καλύπτει ένα μέρος της αναγκαίας ρευστότητας στις επιχειρήσεις και αφετέρου υπερβαίνει το πρόβλημα της καθυστέρησης της αποπληρωμής των φαρμάκων από τον ΕΟΠΥΥ.

Το πραγματικό δίλημμα για το λαό
 
Καπιταλιστική φαρμακοβιομηχανία, ντόπια ή ξένη, με φάρμακα εμπορεύματα και ακριβά ή λαϊκή φαρμακοβιομηχανία, με φάρμακα κοινωνικά αγαθά και δωρεάν; Αυτό είναι το κριτήριο με το οποίο πρέπει να κρίνουν τα λαϊκά στρώματα τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των βιομηχάνων και του κράτους τους που παίρνει μέτρα συνολικά προς όφελός τους όχι όμως υπέρ των λαϊκών συμφερόντων.

Το ΚΚΕ αναδεικνύει το ζήτημα της φαρμακευτικής περίθαλψης και δαπάνης από την πλευρά των λαϊκών αναγκών και δικαιωμάτων. Παλεύουμε για πλήρη φαρμακευτική περίθαλψη όλων χωρίς πλαφόν και περικοπές, με κατάργηση κάθε πληρωμής, χαρατσιών και συμμετοχής, με κατάργηση των εισφορών στον κλάδο Υγείας των ασφαλιστικών ταμείων. Με κατάργηση του ΦΠΑ γιατί κανείς δεν πρέπει να πληρώνει φόρο επειδή θέλει να αποκαταστήσει ή να διατηρήσει την υγεία του.

Αυτό αποτελεί το πλαίσιο διεκδίκησης του εργατικού κινήματος και της Λαϊκής Συμμαχίας στην προοπτική του λαϊκού δρόμου ανάπτυξης που θα κοινωνικοποιήσει την καπιταλιστική βιομηχανία έρευνας και παραγωγής φαρμάκων ως προϋπόθεση να μετατραπούν από ακριβοπληρωμένα εμπορεύματα σε κοινωνικά αγαθά που θα αξιοποιούνται απ' όλους όσοι τα χρειάζονται με κριτήρια αυστηρά και μόνο επιστημονικά.

Του Γιώργου ΝΑΝΟΥ
* μέλος της ΚΕΟΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: