Με αφορμή την απελευθέρωση της Αθήνας στις 12 Οκτώβρη 1944
Επέτειος απελευθέρωσης της Αθήνας σήμερα από τη γερμανική κατοχή. Την Ελλάδα
την απελευθέρωσε το ΕΑΜ με καθοδηγητή το ΚΚΕ και με το ένοπλο τμήμα του τον
ΕΛΑΣ, δηλαδή η εργατική τάξη με τους συμμάχους της. Η αστική τάξη συνέχισε να
πλουτίζει μαζί με τον κατακτητή και στην Κατοχή. Αυτά τα στοιχεία έθεταν και το
ζήτημα του «ποιος - ποιον» μετά την απελευθέρωση. Που οδήγησαν στην ηρωική
ταξική μάχη το Δεκέμβρη του 1944 και στη συνέχεια στον εμφύλιο και την τρίχρονη
εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Σήμερα θα δείξουμε τι έκανε ο αστικός
κόσμος στην Κατοχή.
Ενα τμήμα του επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές.
Ηταν οι γνωστοί «κουίσλινγκ», που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις υπό τους
Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλο και Ι. Ράλλη. Με την ενίσχυση αυτών των κυβερνήσεων
και των Γερμανών σχηματίστηκαν τα φασιστικά κόμματα «Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα
Ελλάδας», «Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωσις» (ΕΣΠΟ), «Οργάνωσις Εθνικών
Δυνάμεων Ελλάδος» (ΟΕΔΕ) κ.ά. (Πολιτικοί πρόγονοι των χρυσαυγιτών).
Το αστικό κράτος συνέχιζε να υπάρχει και να λειτουργεί. Στα πλαίσιά του
σχηματίστηκαν οι κατοχικές κυβερνήσεις, έγινε προσπάθεια να ενισχυθούν οι
μηχανισμοί καταστολής και καταπίεσης του λαού. Δημιουργήθηκαν τα «Τάγματα
Ασφαλείας» και συναφείς κρατικές οργανώσεις, ενώ συνέχισαν να λειτουργούν η
Ειδική Ασφάλεια, στην οποία βασανίζονταν κομμουνιστές (π.χ. η Ηλέκτρα Αποστόλου)
και άλλοι αγωνιστές, η Αστυνομία Πόλεων και η Χωροφυλακή (αν και η τελευταία
στις περισσότερες περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας ξηλώθηκε σε μια πορεία και
αντικαταστάθηκε από τον ένοπλο λαό). Είχε διατηρηθεί και το υπουργείο Αμυνας,
παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε ο προηγούμενος τακτικός στρατός.
Η παραπάνω εξέλιξη είχε αντικειμενική βάση. Η κατοχή δεν κατάργησε - ούτε
ήθελε φυσικά να καταργήσει - το υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Και ήταν
επόμενο ένα μέρος του αστικού πολιτικού κόσμου, καθώς και διάφορα κατακάθια της
κοινωνίας, αλλά και τεταρτοαυγουστιανοί, να αναλάβουν την επάνδρωση των τομέων
του αστικού κράτους. Ενα τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου έπρεπε να
διαχειριστεί και να υπερασπιστεί άμεσα - και κυρίως μακροπρόθεσμα - την εξουσία
της τάξης του.
Οι κατοχικές κυβερνήσεις και οι ...υπόλοιποι
Είναι ανακριβές ότι ο αστικός πολιτικός κόσμος, που δεν μπήκε στις
κυβερνήσεις των κουίσλινγκ, ήταν αμέτοχος στη συγκρότησή τους και ότι αυτές δεν
είχαν τη σύμφωνη γνώμη του. Το αντίθετο. Και να τι έγραφαν οι αθηναϊκές
εφημερίδες της 8ης Μάη 1941:
«Ο πρωθυπουργός κ. Τσολάκογλου εδέχθη χθες τους
πολιτικούς ηγέτας της χώρας, κ. κ. Πάγκαλον, Γονατάν, Οθωναίον, Μάξιμον, Κ.
Τσαλδάρην, Γ. Παπανδρέου, Π. Κανελλόπουλον, Β. Δηλιγιάννην, Γ. Πεσματζόγλου, Γ.
Μερκούρην, Βελέντζαν και Περ. Ράλλην. Μετά τας συνομιλίας εδόθη εις τον Τύπον η
κάτωθι επίσημος ανακοίνωσις: "Ο κ. πρωθυπουργός ήκουσε μετά προσοχής τας γνώμας
των ανδρών τούτων, αφού εξέθεσε την κατάστασιν και τας ακολουθητέας κατευθύνσεις
της κυβερνήσεως. Πάντες ανεγνώρισαν ότι η Κυβέρνησις Εθνικής Ανάγκης είναι
επιβεβλημένον να υποστηριχθή εκ μέρους πάντων των Ελλήνων άνευ επιφυλάξεων και
ειλικρινώς. Επίσης πάντες ανεγνώρισαν το σφάλμα του εκπεσόντος καθεστώτος να
κηρύξη τον πόλεμον κατά της Γερμανίας και διεκήρυξαν το χάσμα, το οποίον χωρίζει
την Ελλάδα από την κυβέρνησιν των εν Κρήτη εγκατασταθέντων φυγάδων. Πολλοί εξ
αυτών εξεδήλωσαν τον ζωηρόν αποτροπιασμόν των, διότι οι φυγάδες ούτοι δεν
συνεταύτισαν τας τύχας των με τον ελληνικόν Λαόν, τον οποίον, εκτός της συμφοράς
του πολέμου, απεγύμνωσαν διά της αφαιρέσεως του Δημοσίου Χρήματος"...» (Κ.
Πυρομάγλου, «Ο Γεώργιος Καρτάλης και η εποχή του», εκδόσεις «Ιστορική Ερευνα»,
σελ. 136-137).
Το μεγαλύτερο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου της εποχής ανήκει στους
«απόντες» του αγώνα. Ο Θ. Σοφούλης, αρχηγός των «Φιλελευθέρων», ο Γ. Καφαντάρης,
των «Προοδευτικών», ο Ι. Σοφιανόπουλος, του «Αγροτικού Κόμματος», ο Γ.
Παπανδρέου, του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος», ο Παν. Κανελλόπουλος, του
«Εθνικού Ενωτικού Κόμματος», ο Κ. Καραμανλής, του «Λαϊκού Κόμματος», απείχαν
ουσιαστικά, ορισμένοι και τυπικά, ενώ ο Στυλ. Γονατάς, υπαρχηγός του «Κόμματος
των Φιλελευθέρων», καθοδήγησε την ίδρυση των «Ταγμάτων Ασφαλείας» του Ι. Ράλλη.
Ο Γ. Καφαντάρης, σε πρόταση που του έγινε από το ΚΚΕ να προσχωρήσει στην
Αντίσταση, απάντησε:
«Οι Ελληνες να μη νοιάζονται, το ζήτημα θα το λύσουν οι
σύμμαχοι» (δηλαδή οι Εγγλέζοι) (Π. Ρούσος, ό. π., σελ. 137).
Την ίδια στάση
κράτησαν στις προτάσεις του ΚΚΕ και άλλοι. Στον Γ. Παπανδρέου, στον οποίο έγινε
πρόταση να ηγηθεί του ΕΑΜ, ανήκει το επίσης κατηγορηματικό «όχι», που έδωσε ως
απάντηση.
Εξάλλου, από τη Νίκαια της Γαλλίας, όπου είχε μετεγκατασταθεί, ο Ν.
Πλαστήρας καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές.
Παραθέτουμε το σχετικό γράμμα του Ν. Πλαστήρα:
«Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να
γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την
ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε
και μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)» («Η
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 14 Σεπτέμβρη 1998).
Να σημειωθεί ότι αυτό το γράμμα στάλθηκε την
21η Απρίλη 1941, κι ενώ οι Γερμανοί είχαν περάσει τη Λάρισα και κατέβαιναν προς
την Αθήνα. Ετσι, εκτός από τους συνεργάτες των Γερμανών, το άλλο τμήμα του
αστικού πολιτικού κόσμου εγκατέλειψε την Ελλάδα και πήγε στη Μέση Ανατολή.
Ελάχιστοι δε πέρασαν στο ΕΑΜ, ενώ ένα μικρό μέρος τους οργάνωσε ένοπλα τμήματα
(π.χ. ΕΔΕΣ) που συνεργαζόταν και με τους Αγγλους και με τους Γερμανούς.
Ο αστικός πολιτικός κόσμος είχε βαθύτατη συνείδηση ότι ο λαϊκός αγώνας κατά
των κατακτητών είχε κατά βάθος ταξικό περιεχόμενο. Δεν ξεγελιόταν από το
εθνικοαπελευθερωτικό στοιχείο του, που «υπερκάλυπτε», σε μεγάλο βαθμό, το
κοινωνικό. Κατανοούσε καλά πως ο ερχομός των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο, έστω με
αφετηρία την εθνική απελευθέρωση, δε γινόταν να περιοριστεί σ' αυτήν, απ' τα
ίδια τα πράγματα, αφού τα δύο παραπάνω στοιχεία συνυπήρχαν. Και ότι, στην πορεία
της πάλης, έτσι κι αλλιώς, θα οξύνονταν και τα αντικαπιταλιστικά κριτήρια των
λαϊκών μαζών. Γιατί την ίδια στιγμή που 100άδες χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν από
την πείνα κι η δυστυχία ήταν ο καθημερινός σύντροφος των υπολοίπων, κάποιοι
θησαύριζαν. Η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο και η εξαθλίωση
μεγάλου τμήματος της αγροτιάς δεν οφείλονταν μόνο στους κατακτητές. Μαζί με τους
τελευταίους υπήρχε και η ντόπια αστική τάξη. Κατά συνέπεια κατανοούσαν ότι σε
κάποια στιγμή η λαϊκή αντίθεση μπορούσε να στραφεί εναντίον όλων. Ταυτόχρονα, ο
αστικός πολιτικός κόσμος είχε καθαρό ότι ο ξεσηκωμός του λαού θα τον αφύπνιζε
και σε ό,τι αφορούσε στη στάση των αστικών κομμάτων στα προηγούμενα χρόνια,
οπότε είχαν παραδώσει την εξουσία στην 4η Αυγούστου. Γι' αυτό και έκαναν ό,τι
περνούσε απ' το χέρι τους για να μείνει ο λαός υποταγμένος. Η καλλιέργεια της
ηττοπάθειας, του «ρεαλισμού» (!) και της κινδυνολογίας - μαζί με τον
αντικομμουνισμό - οργίασε!
Στο διάστημα 17 έως 20 Μάη 1944 συνήλθε στη Βηρυτό σύσκεψη των ελληνικών
πολιτικών δυνάμεων και εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων, που έμεινε στην ιστορία
ως «Συνέδριο του Λιβάνου». Στο Συνέδριο συμμετείχαν ουσιαστικά το ΕΑΜ και η ΠΕΕΑ
που είχαν στα χέρια τους την πραγματική εξουσία και, από την άλλη, η κυβέρνηση
του Γ. Παπανδρέου που δεν είχε κανένα λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα, ο ΕΔΕΣ και η
ΕΚΚΑ, επίσης χωρίς σημαντικό λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα.
Και η «θεωρία των άκρων»
Στο Συνέδριο του Λιβάνου ο Γ. Παπανδρέου ανέφερε τα εξής: «Κόλασις είναι
σήμερον η κατάστασις της πατρίδος μας... Σφάζουν οι Γερμανοί. Σφάζουν τα Τάγματα
Ασφαλείας. Σφάζουν και οι αντάρται. Σφάζουν και καίουν... Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι
ότι δεν απέβλεψε μόνον εις τον απελευθερωτικόν αγώνα, αλλά ηθέλησε να
προετοιμάση την μεταπολεμικήν δυναμικήν του επικράτησιν... Με την τρομοκρατικήν
αυτήν δράσιν του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, είπε χαρακτηριστικά, εδημιουργήθη, δυστυχώς, το
ψυχολογικόν κλίμα, το οποίον επέτρεψεν εις τους Γερμανούς να επιτύχουν εις το
τρίτον έτος της δουλείας ό,τι δεν είχαν κατορθώσει κατά τα δύο πρώτα έτη - την
κατασκευήν των Ταγμάτων Ασφαλείας...».
Ετσι εξίσωνε το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ με τους κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες.
Ηξερε τι έκανε. Επρεπε να βρει τρόπο, ώστε την απόφαση για επίθεση στο ΕΑΜ, όπως
και έκανε το Δεκέμβρη του 1944, ως μέσο για να ευοδωθούν οι επιδιώξεις της
άρχουσας τάξης μετά την απελευθέρωση, για επανεγκαθίδρυση της εξουσίας της, να
τη δρομολογήσει. Επρεπε, λοιπόν, να χτυπήσει εκεί που ο συσχετισμός των δυνάμεων
ήταν σε βάρος του αστικού πολιτικού κόσμου. Στο ένοπλο τμήμα του λαού, τον ΕΛΑΣ.
Να και η «θεωρία των δύο άκρων», ανάγλυφη, από το 1944 ακόμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου