Οι Ελληνες στην Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση
Το
Νοέμβρη του 1918 η ελληνική αστική κυβέρνηση, υπό τον Ελευθέριο
Βενιζέλο, διαπραγματεύτηκε και συμφώνησε τη συμμετοχή της Ελλάδας στη
διεθνή στρατιωτική επέμβαση κατά των επαναστατημένων λαών της Ρωσίας.
Ακολούθως, οι πρώτες μονάδες του Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος
(συνολικά 23.351 άνδρες) άρχισαν να αποβιβάζονται στις ακτές της Νότιας
Ουκρανίας το Γενάρη του 1919.
Λαός και Κόκκινος Στρατός σε κοινή διαδήλωση στην Οδησσό |
Στέλνοντάς τους στην επαναστατημένη
Ουκρανία, η ελληνική αστική τάξη «δεν μπορούσε βέβαια να πει στους
Ελληνες φαντάρους ότι πρέπει να σκοτωθούν και να σκοτώσουν τους Ρώσους
αδερφούς τους, γιατί το ελληνικό χρηματιστικό κεφάλαιο έχει απόλυτη
ανάγκη από το Βιλαέτι της Σμύρνης και γιατί οι διωγμένοι γραικοί
έμποροι, τραπεζίτες, βιομήχανοι και σπεκουλιάντες της Νότιας Ρωσίας
έπρεπε να ξανακαθίσουν στο σβέρκο του εργαζόμενου λαού». Τους
παραμύθιαζαν λοιπόν πως είχαν «ιερό καθήκον» να συνδράμουν την ομόδοξη
Ρωσία στην αποκατάσταση της διαταραχθείσας «νομιμότητας», να «σώσουν»
τους ομογενείς και - τον «πολιτισμένο κόσμο» γενικότερα - από τη
«βαρβαρότητα των μπολσεβίκων» κ.ο.κ.1
Ο
«εκπολιτιστικός» χαρακτήρας της ουκρανικής εκστρατείας δεν άργησε να
φανεί στην πράξη. Τα ελληνικά στρατεύματα χρησιμοποιήθηκαν επανειλημμένα
για τη «συνέτιση» - καταστολή των ντόπιων εργαζομένων, αλλά και των
«απείθαρχων» Γάλλων συμπολεμιστών τους. Το σοβαρότερο περιστατικό συνέβη
στη Σεβαστούπολη, όταν ο ελληνικός στρατός άνοιξε πυρ κατά των ντόπιων
εργατών και Γάλλων ναυτών που διαδήλωναν μαζί υπέρ της σοβιετικής
εξουσίας και κατά της επέμβασης. Δώδεκα ναύτες και έξι εργάτες έπεσαν
νεκροί, προκαλώντας τη μήνη και κατακραυγή μεταξύ του ντόπιου πληθυσμού
αλλά και του γαλλικού στόλου (όπου φούσκωνε το ρεύμα υπέρ της
Επανάστασης. Πολλά πλοία μάλιστα θα σηκώσουν αργότερα κόκκινη σημαία,
αναγκάζοντας τη γαλλική αστική κυβέρνηση να αποσύρει - μη εμπιστευόμενη
πλέον - τα στρατεύματά της συνολικά από τη Νότια Ουκρανία).2
Η
σχετική καθυστέρηση στην ταξική συνειδητοποίηση των Ελλήνων στρατιωτών
(σε σχέση με τους Γάλλους) οφειλόταν σε πολλούς λόγους. Καταρχάς, στην
όσο το δυνατόν προσεκτική και αυστηρή προεπιλογή τους. Κατά δεύτερον,
στην «προληπτική» και συστηματική διάβρωση της συνείδησής τους με
ειδικές διαλέξεις, θεατρικά έργα κ.λπ. (προς αυτόν το σκοπό
«επιστρατεύτηκαν» ακόμη 3 επίσκοποι, 4 αρχιμανδρίτες και 40 κληρικοί,
που τους συνόδευαν καθ' όλη τη διάρκεια της εκστρατείας).3
Επιπλέον, οι Ελληνες φαντάροι δεν είχαν την αντίστοιχη εμπειρία των
Γάλλων συναδέλφων τους από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο (η Ελλάδα μπήκε
στον πόλεμο μόλις το 1917), αλλά και τις ιδεολογικοπολιτικές ζυμώσεις
που αναπτύχθηκαν στη διάρκειά του. Ενας από τους σημαντικότερους λόγους,
τέλος, ήταν βεβαίως το γεγονός πως το ίδιο το κόμμα της εργατικής
τάξης, το ΣΕΚΕ, δεν μετρούσε παρά λίγες βδομάδες ζωής και η πολιτική του
παρέμβαση ήταν ακόμη αδύναμη - περιορισμένη.