Του Ρωμύλου Αβδή *
Ανοίγουν σε λίγες μέρες τα σχολεία. Τέρμα η ξενοιασιά, οι χαρές και τα τραγούδια. Ο μπαμπούλας ξαναγυρνά. Ο μπαμπούλας του σχολείου είναι άτεγκτος. Δεν πέρασες στο Πανεπιστήμιο; Είσαι άχρηστος. Πέρασες; Είσαι διάνοια, το καμάρι γονιών και συγγενών, οίτινες καμαρώνουν σαν γύφτικο σκεπάρνι. Βέβαια μετά την αποφοίτηση από το ΑΕΙ ή το ΤΕΙ ο μπαμπούλας ξαναχτυπά με τη μορφή του εφιάλτη του άνεργου ή ετεροαπασχολούμενου πτυχιούχου. Αλλά η ταξική φύση της Ελληνικής Εκπαίδευσης δεν είναι ο σημερινός σκοπός μου.
‘Γιατί λένε τα παιδιά ψέματα;’, αναρωτήθηκε η Ελπινίκη Φρουζή σε πρόσφατο φύλλο της εφημερίδας ΑΝΑΤΟΛΗ στις 23 Αυγούστου, όπου και τεκμηρίωσε την άποψή της. Ελπίζω, ότι λόγω της σοβαρότητας του θέματος θα μου επιτραπεί να καταθέσω και τη δική μου άποψη, χωρίς βιβλιογραφία, αλλά ως καταστάλαγμα διδακτικής και πατρικής εμπειρίας.
Στην αρχή της ζωής του το παιδί αρχίζει και μαθαίνει Εμπειρικά, δια της παρατηρήσεως όσων συμβαίνουν γύρω του, καταγράφοντας τα πάντα. ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ορατά και ακουόμενα. Αν αυτά, τα οποία ακούει κι οι εικόνες τις οποίες προσλαμβάνει το παιδί είναι γαλήνιες, τότε κι αυτό αναπτύσσεται γαλήνια. Διαφορετικά….
Αργότερα, όταν έχει αρχίσει και μιλάει κι επικοινωνεί με το οικογενειακό περιβάλλον κι αρχίζει και κατανοεί τα όσα συμβαίνουν γύρω του, αρχίζει και ‘κρίνει’. Οι εικόνες που ‘βλέπει’ είναι σύμφωνες μ’ αυτές που ‘ακούει’; Ή ανάβουμε κεριά στην εκκλησία, ενώ διατηρούμε και δυο ερωμένες; Υπάρχει αγάπη, σεβασμός, κατανόηση ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας ή ο ένας πάει αριστερά κι ο άλλος δεξιά; Αν υπάρχουν αυτά τα προσόντα ανάμεσα στους γονείς, τότε το παιδί διαμορφώνει θετική κρίση. Αν όμως υπάρχει υποκρισία, τότε η κρίση του παιδιού παθαίνει σύγχυση, με πιο πιθανή κατάληξη το ψέμα.
Το παιδικό ψέμα μπορεί να είναι αθώο, αποκύημα της παιδικής φαντασίας, του παιδικού κόσμου, όπως τον έχει πλάσει στη φαντασία του το παιδί. Μπορεί όμως να είναι ψέμα ‘Ανάγκης’ προκειμένου το παιδί να αποφύγει μια σκληρή τιμωρία των γονέων. Γιατί ξυλοφορτώνετε το παιδί επειδή έκανε δυο λάθη στην ορθογραφία; Το παιδί πρέπει να το αγαπάτε, όχι με λόγια αλλά με πράξεις. Ενθαρρύνοντάς το τόσο στις επιτυχίες του, όσο και στις δυσκολίες του, ιδιαίτερα σ’ αυτές. Δεν έχει νόημα να καθορίσετε τα ΠΡΕΠΕΙ των παιδιών σας με βάση τα ΠΡΕΠΕΙ που σας καθόρισαν οι γονείς σας πριν τριάντα χρόνια και βάλε. Πιθανόν όμως είναι να καταφύγει σ’ ένα ψέμα ‘εκμετάλλευσης’ με σκοπό ίδιον όφελος, χαρτζιλίκι, ιδίως σε λίγο μεγαλύτερες ηλικίες, κατά την οποία το παιδί προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και να ισορροπήσει την ανισορροπία που υπάρχει στις σχέσεις των γονέων. Αλλά, για προσέξτε κι αυτό, μήπως λέγοντας ψέματα το παιδί προσπαθεί με το δικό του τρόπο να προσελκύσει το ενδιαφέρον των γονέων, γιατί αυτοί αγαπούν, ή έτσι τουλάχιστον νομίζει το παιδί, τα άλλα αδέλφια του περισσότερο; Φέρεστε στα παιδιά σας με τα ίδια κριτήρια ή άλλα κριτήρια έχετε για το αγόρι κι άλλα για το κορίτσι; Και για να το θέσω και λίγο ωμά. Μήπως το παιδί λέει ψέματα, γιατί στο σπίτι ακούει συνέχεια ψέματα;
Ένας δάσκαλος δεν πρέπει να ενδιαφέρεται μόνο για το πώς θα καλύψει τη διδακτέα ύλη, αλλά πρέπει, πρωτίστως, να ενδιαφερθεί για να μάθει τον ψυχικό κόσμο των παιδιών που καλείται να διδάξει.
Αυτό που εμείς οι εκπαιδευτικοί ονομάζουμε ‘Ανομοιογένεια στην τάξη’ δεν φαίνεται μόνο από το διαφορετικό βαθμό αφομοίωσης της ύλης. Ειδικά στις μέρες μας, τις διαβρωμένες από την υποκρισία, τη στρεβλή παρουσίαση αδιαμφισβήτητων γεγονότων, αλλά προ πάντων υπό τα συντριπτικά εγκεφαλικά και πνευματικά κατάγματα που επιφέρει η ‘εικονική πραγματικότητα’ των ΜΜΕ, η ψυχική ισορροπία του παιδιού είναι αυτή που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα ‘αφομοίωσης’. Όταν ο δάσκαλος προσπαθεί να εξηγήσει πως βρίσκουμε, για παράδειγμα, το ΕΚΠ, αλλά το μυαλό ενός παιδιού είναι στην κατάσταση μέθης που γύρισε ο πατέρας του ή ότι η, μη εργαζόμενη, μάνα του γύρισε σπίτι ξημερώματα, τότε είναι ανθρωπίνως αδύνατο να προσλάβει την ιδέα του ΕΚΠ. Τότε καταφεύγει στο ψέμα ‘συγκάλυψης’. Λέει ψέματα για να καλύψει πότε τον πατέρα, πότε τη μητέρα, την εικόνα των γονιών του προς τα έξω, σε βάρος του ψυχισμού του, αλλά προ πάντων σε βάρος της νεανικής αξιοπιστίας του, ειδικά αν ο δάσκαλος κάνει το λάθος να δημοσιοποιήσει το ψέμα του ενώπιον των συμμαθητών του. Κι αυτό είναι το πιο σοβαρό πλήγμα. Οι γονείς πρέπει να ξέρουν, ότι ένα παιδί κατανοεί πολύ περισσότερα πράγματα απ’ αυτά που νομίζουν οι ‘μεγάλοι’, ανεξάρτητα αν τα καταχωνιάζουν μέσα τους ή καταφεύγουν στις διάφορες ταξινομήσεις ψεμάτων. Ο δάσκαλος πρέπει να ανιχνεύσει πρώτα την αξιοπιστία του γονιού και μετά αυτήν του παιδιού. Είναι σύνηθες το φαινόμενο οι δάσκαλοι να θεωρούν a priori ως έγκυρο, αυτό που λέει ο μεγάλος. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός, ότι η κοινωνία μας δεν τράβηξε τον κατήφορο από τα παιδιά, αλλά από τους μεγάλους, τους γονείς.
Εν κατακλείδι, μιας και το θέμα είναι τεράστιο και δεν καλύπτεται από τις αράδες ενός άρθρου, εύχομαι στους συναδέλφους, κυρίως τους νέους, καλή σχολική χρονιά, η οποία από τούδε και στο εξής θα είναι όλο και δυσκολότερη, κάνοντας την παραίνεση να σκύψουν πάνω στο παιδί κι όχι πάνω στην ύλη.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που έβγαλε μαθητές, οι οποίοι μετά από είκοσι χρόνια σαν περάσουν έξω από το σχολείο θα πουν στο παιδί τους: ‘Εδώ, παιδί μου, πέρασα έξι χρόνια από τη ζωή μου’, κι όχι: ‘Εδώ, παιδί μου, χαράμισα έξι χρόνια από τη ζωή μου’.
ΚΑΛΟ ΚΟΥΡΑΓΙΟ και ΚΑΛΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ.
* Ο Ρωμύλος Αβδής, είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός, συγγραφέας, και αρθρογραφεί στην εφημ. "Ανατολή" Αγ. Νικολάου Κρήτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου