Σε
ρεπορτάζ στο ηλεκτρονικό «Βήμα», 28/02/2016, αναφέρονταν τα εξής:
«"Βρισκόμαστε σε ένα εξαιρετικά επισφαλές περιβάλλον για την παγκόσμια
ανάπτυξη και τις αγορές έπειτα από δύο - τρία χρόνια σχετικής νηνεμίας",
ανέφεραν οι οικονομολόγοι Ebrahim Rahbari και Willem Buiter
της Citigroup, εκτιμώντας πως ο κίνδυνος διολίσθησης της παγκόσμιας
οικονομίας σε ύφεση αυξάνεται, καθώς επιδεινώνονται πλέον και οι
προοπτικές των ανεπτυγμένων οικονομιών». Το ρεπορτάζ έκανε λόγο για
«διαρθρωτική και κυκλική επιβράδυνση της Κίνας, ασταθές συναλλαγματικό
καθεστώς, υψηλά επίπεδα χρέους σε πολλές οικονομίες και προβλήματα στις
τράπεζες», και συνέχιζε:
«Η ανησυχία για μια κυκλική
επιβράδυνση στις προηγμένες οικονομίες οδήγησε σε μεγάλη αύξηση της
αβεβαιότητας στις προοπτικές των ΗΠΑ, της Ευρωζώνης, της Ιαπωνίας και
του Ηνωμένου Βασιλείου, σε μια στιγμή που το παγκόσμιο εμπόριο βρέθηκε
στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει σημειωθεί από τη μεγάλη χρηματοπιστωτική
κρίση. Την ίδια ώρα οι τιμές των εμπορευμάτων κατέρρευσαν».
Το διεθνές εμπόριο
Ως προς το εμπόριο, σε ρεπορτάζ των «Financial Times», («Euro2day» 26/2/2016), αναφερόταν:
«Η αξία των αγαθών που διέσχισαν τα διεθνή σύνορα πέρυσι έπεσε 13,8%
σε όρους δολαρίου (...) Μεγάλο μέρος της βουτιάς οφείλεται σε μια
επιβράδυνση στην Κίνα και σε άλλες αναδυόμενες οικονομίες (...) Το 2016
θα είναι πιο φορτωμένο με κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία απ' ό,τι αναμενόταν προηγούμενα.
Ο
Μαρκ Κάρνεϊ, διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, προειδοποιεί (...) πως
η παγκόσμια οικονομία κινδυνεύει να "παγιδευτεί σε μια ισορροπία
χαμηλής ανάπτυξης, χαμηλού πληθωρισμού και χαμηλών επιτοκίων".
Η Κίνα,
η οποία το 2014 ξεπέρασε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως το μεγαλύτερο
εμπορικό κράτος του κόσμου, κατέγραψε αυτό το μήνα διψήφιες πτώσεις τόσο
στις εξαγωγές όσο και στις εισαγωγές τον Ιανουάριο.
Οι εξαγωγές
από την Κίνα στη Βραζιλία, όλων των προϊόντων, από αυτοκίνητα μέχρι
υφάσματα, που αποστέλλονται με εμπορευματοκιβώτια, έπεσαν κατά 60%
τον Ιανουάριο σε σχέση με τον περασμένο χρόνο, ενώ ο συνολικός όγκος
εισαγωγών μέσω εμπορευματοκιβωτίων προς τη μεγαλύτερη οικονομία της
Λατινικής Αμερικής έπεσαν στο μισό (...)
"Βλέπουμε το ίδιο σε όλη τη Λατινική Αμερική, μειωμένους όγκους (κινεζικών εξαγωγών) προς όλες τις αγορές",
τόνισε ο Antonio Dominguez, γενικός διευθυντής της Maersk Line για τη
Βραζιλία, την Παραγουάη, την Ουρουγουάη και την Αργεντινή.
(...)
"Σε
παγκόσμιο επίπεδο, οι περισσότεροι δείκτες υπονοούν ότι η ανάπτυξη στο
εμπόριο θα παραμείνει πολύ αδύναμη", ανέφερε ο Andrew Kenningham,
επικεφαλής οικονομολόγος για την Capital Economics (...)
Σε μεγάλο
βαθμό λόγω των διακυμάνσεων στις ισοτιμίες και μιας κατάρρευσης στις
τιμές των εμπορευμάτων, η αξία τόσο των εισαγωγών όσο και των εξαγωγών
έπεσε σε όλες τις περιοχές του κόσμου πέρυσι.
Οι Ηνωμένες
Πολιτείες, όπου ένα ισχυρό δολάριο έχει σταθεί αυξανόμενη πρόκληση για
τους βιομήχανους, είδαν την αξία των εξαγωγών να πέφτει 6,3% το 2015 ενώ
η αξία των εξαγωγών από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή εμφάνισε
τεράστια πτώση 41,4%, σε μεγάλο βαθμό λόγω μιας δραματικής πτώσης στην
τιμή του πετρελαίου (...)
Πριν την κρίση του 2008, για δεκαετίες
το παγκόσμιο εμπόριο αναπτυσσόταν με ως και διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με
την παγκόσμια παραγωγή. Από το 2011 και μετά, ωστόσο, η ανάπτυξη στο
εμπόριο έχει επιβραδυνθεί και συνάδει - ή έχει πέσει ακόμη χαμηλότερα - με την ευρύτερη ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας (...)».
Δεν
είναι η πρώτη φορά που αστικά ΜΜΕ αναφέρονται στη δραματική επιδείνωση
του παγκόσμιου εμπορίου παρά την τεράστια πτώση τιμών. Υπάρχει
υπερπαραγωγή εμπορευμάτων διεθνώς. Ούτε επίσης η πρώτη φορά που
επισημαίνεται ότι η παγκόσμια οικονομία κινδυνεύει να παγιδευτεί σε μια
ισορροπία χαμηλής ανάπτυξης, χαμηλού πληθωρισμού και χαμηλών επιτοκίων.
Το
Μάη 2015 σε άρθρο του στο «Bloomberg», ο πρώην υπ. Οικονομικών των ΗΠΑ
στις κυβερνήσεις Κλίντον και σύμβουλος του Ομπάμα Λάρι Σάμερς έγραφε πως
«η θεωρία περί μόνιμης χαμηλής ανάπτυξης πιθανώς να ταιριάζει αρκετά
στη σύγχρονη οικονομία. Ο χαμηλός ρυθμός της ανάπτυξης της αμερικανικής
οικονομίας ενισχύει την αληθοφάνεια της υπόθεσης».
Η ανησυχία ότι το 2016 θα είναι πιο φορτωμένο με κινδύνους
για την παγκόσμια οικονομία απ' ό,τι αναμενόταν προηγούμενα, φαίνεται
και από το γεγονός ότι μια σειρά δεικτών της παγκόσμιας οικονομίας, όπως
οι τράπεζες, πιο σωστά ο τομέας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το
παγκόσμιο χρέος, η επιβράδυνση της Κίνας, άλλων «αναδυόμενων οικονομιών»
και η κρίση σε Ρωσία, Βραζιλία, συνηγορούν στην αρνητική πορεία.
Ας το
δούμε.
Τραπεζικοί δείκτες
Στις ΗΠΑ, ο
τραπεζικός δείκτης KBW, ο οποίος περιλαμβάνει 24 μεγάλες και
περιφερειακές τράπεζες, έχει υποχωρήσει κατά 19% από την αρχή του 2016
και κατά 26% από τον Ιούλη του 2015. Η μετοχή της Bank of America έχει
υποχωρήσει κατά 27,56% από την αρχή του 2016, της Morgan Stanley κατά
28,67%, της Citi κατά 27,88% και της JP Morgan κατά 16%. Εκτιμάται ότι η
πτώση των τραπεζικών μετοχών αντανακλά την πτώση στην αγορά πρώτων
υλών, την επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας και τα προβλήματα των
ευρωπαϊκών τραπεζών.
Στην ΕΕ, η μετοχή της Deutsche Bank έχει
υποχωρήσει κατά 41% από τις αρχές του 2016. Επίσης, η χρηματιστηριακή
αξία της Barclays, της Societe Generale, της UBS και της Credit Suisse
έχει μειωθεί πάνω από 25%. Ηδη έχουν ανακοινωθεί ζημιογόνα αποτελέσματα
από Deutsche Bank και Credit Suisse (για πρώτη φορά από το 2008).
«Γιατί
έχουν υποχωρήσει τόσο πολύ οι τιμές των τραπεζικών μετοχών; Ενα μέρος
της απάντησης είναι πως έχουν καταγράψει απώλειες οι χρηματιστηριακές
αγορές. Οι τράπεζες, ωστόσο, παραμένουν ο αδύναμος κρίκος της αλυσίδας,
εύθραυστες οι ίδιες αλλά και ικανές να προκαλέσουν ρωγμές γύρω τους.
Μεταξύ
4 Ιανουαρίου και 15 Φεβρουαρίου, ο S&P 500 σημείωσε πτώση 7,5% ενώ ο
τραπεζικός δείκτης διολίσθησε 16,1%. Κατά την ίδια περίοδο, ο FTSE
Eurofirst 300 κινήθηκε 9,5% χαμηλότερα, ενώ ο δείκτης για τις μετοχές
των τραπεζών βούτηξε 19,5% (σ.σ. ευρωενωσιακοί τραπεζικοί δείκτες
χρηματιστηρίων).
Ο δείκτης μετοχών των αμερικανικών τραπεζών έπεσε
κατά 9,1%, ενώ εκείνος των ευρωπαϊκών τραπεζών έπεσε 11% αναλογικά με
τις ευρωπαϊκές αγορές - άρα μόλις λίγο περισσότερο» («Financial Times», «Euro2day» 25/2/2016).
Το χρέος
Σε
σχέση με το χρέος, άρθρο του «Bloomberg» («Καθημερινή 24/2/2016)
αναφέρει: «Ενας από τους ηχηρότερους τριγμούς που ακούγονται αυτήν τη
στιγμή στις αγορές προέρχεται από την παγκόσμια οικονομία, η οποία
λυγίζει υπό το βάρος του χρέους. Από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική
κρίση και μετά, ο κόσμος συνέχισε να δανείζεται ασταμάτητα, προσθέτοντας
χρέος ύψους σχεδόν 60 τρισ. δολαρίων από το 2007 έως το 2014, με το
συνολικό του ύψος να φτάνει τα 200 τρισ. δολάρια ή τρεις φορές το
παγκόσμιο ΑΕΠ. Είναι αλήθεια ότι το ύψος του παγκόσμιου χρέους έχει
προκαλέσει συναγερμό και ερωτήματα για το κατά πόσον βρισκόμαστε στα
πρόθυρα μιας ακόμη οικονομικής κατάρρευσης εξαιτίας της συσσώρευσης
υπερβολικού χρέους. Το πόσο μεγάλη θα μπορούσε να είναι η καταστροφή
εξαρτάται από το πόσο καταστροφικός θα αποδεικνυόταν ένας νέος γύρος
χρεοκοπιών και από το κατά πόσον η πρόκληση ζημιών σε ένα μέρος του
κόσμου θα μπορούσε να προκαλέσει οικονομικές ζημιές και σε άλλα. Αυτό
είχε συμβεί στη διάρκεια των δύο τελευταίων κρίσεων, το 1998 και το
2008.
Μετά την τελευταία κρίση οι επενδυτές άρχισαν να δανείζουν
χρήματα στην Κίνα, στη Βραζιλία και σε άλλες αναδυόμενες αγορές ώστε να
εκμεταλλευτούν τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξής τους και την ανάκαμψη των
τιμών των εμπορευμάτων. Από το 2009 το ύψος του ιδιωτικού χρέους έχει
αυξηθεί κατά μέσον όρο στις αναδυόμενες οικονομίες από το 75% του ΑΕΠ
στο 125%, σύμφωνα με τη Διεθνή Τράπεζα Διακανονισμών (BIS). Σήμερα στην
Κίνα και στη Βραζιλία το ύψος του ιδιωτικού χρέους ανέρχεται στο 200%
του ΑΕΠ».
Ανάπτυξη το 2015: Η παγκόσμια καπιταλιστική
ανάπτυξη έπεσε στο 3,1% το 2015 από 3,46% το 2014 (εκτίμηση WEO, Γενάρης
2016). Αυτό αποδίδεται κυρίως στην επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας
(6,8%) και στην κρίση σε Βραζιλία (-3,1%), Ρωσία (-4%). Η Κίνα είναι η
δεύτερη σε δύναμη οικονομία στον κόσμο αντιπροσωπεύοντας το 17% του
παγκόσμιου ΑΕΠ, αλλά σε αυτήν οφείλεται το 50% της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Αρα επηρεάζει σημαντικά την παγκόσμια οικονομία.
Οι ρυθμοί ανάπτυξης σε πτώση
Μετά
απ' όλα αυτά δεν είναι τυχαίο ότι οι διεθνείς διακρατικοί
καπιταλιστικοί οργανισμοί αναθεωρούν τις προβλέψεις τους για την
ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας συνεχώς προς τα κάτω.
Ετσι, στην Εκθεσή του ο ΟΟΣΑ, το Φλεβάρη του 2016, κάνει τις εξής προβλέψεις:
Παγκόσμια οικονομία, 2016: 3% (από 3,3% στις εκτιμήσεις του Νοέμβρη), 2017: 3,3% (από 3,6%).
Ευρωζώνη, 2016: 1,4% (από 1,8%), 2017: 1,7% (από 1,9%).
Γερμανία, 2016: 1,3% (από 1,8%), 2017: 1,7% (από 2%).
ΗΠΑ, 2016: 2% (από 2,5%), 2017: 2,2% (από 2,4%).
Ιαπωνία, 2016: 0,8% (από 1%), 2017: 0,6% (από 0,5%).
Βρετανία, 2016: 2,1% (από 2,4%), 2017: 2% (από 2,3%).
Κίνα, 2016: 6,5%, 2017: 6,2% (αμετάβλητα).
Βραζιλία, 2016: Πτώση 4% (έναντι πτώσης 1,2%), 2017: Απόλυτη στασιμότητα (έναντι ανάκαμψης 1,8%).
Τέλος, στην Ινδία προβλέπονται ρυθμοί ανάπτυξης σε ποσοστό 7,4% (2016) και 7,3% (2017), περίπου στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη εκτίμηση.
Επίσης, το ΔΝΤ
στην έκθεσή του το Γενάρη του 2016 κάνει τις εξής προβλέψεις για το
2017 και το 2017 (στην παρένθεση οι προηγούμενες προβλέψεις, τον Οκτώβρη
του 2015).
- Παγκόσμια οικονομία: 3,4% το 2016 και 3,6% το 2017 (από 3,6% και 3,8%).
- ΗΠΑ: 2,6% και 2,6% (από 2,8% και στις δύο περιπτώσεις).
- Ευρωζώνη: 1,7% (από 1,6%) και 1,7% (αμετάβλητο).
- Ιαπωνία: 1% (αμετάβλητο) και 0,3% (από 0,2%).
- Κίνα: 6,3% και 6% (αμετάβλητα).
- Ρωσία: Πτώση 1% (έναντι προηγούμενης εκτίμησης για πτώση 0,6%) και ανάκαμψη 1% (αμετάβλητο).
- Βραζιλία: Πτώση 3,5% (έναντι πτώσης 1% στην προηγούμενη εκτίμηση). Για το 2017 προβλέπεται απόλυτη στασιμότητα (έναντι ενίσχυσης 2,3% προηγουμένως).
- Ινδία: Καταγράφονται οι μεγαλύτεροι ρυθμοί ανάπτυξης, με ποσοστό 7,3% τόσο για το 2016 όσο και για το 2017.
Απ'
όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι η κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία είναι
ζοφερή. Οι λαοί βεβαίως δεν έχουν τίποτα θετικό να περιμένουν, όχι μόνο
γιατί έχει δυσκολίες το κεφάλαιο να ανακάμψει, ή υπάρχουν κίνδυνοι που
μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε νέα κρίση, αλλά επειδή αυτή η
πραγματικότητα θα απαιτεί συνεχώς και νέες αντεργατικές, αντιλαϊκές
αναδιαρθρώσεις, τσακίζοντας τη ζωή της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών
λαϊκών στρωμάτων, αλλά και επειδή ακόμη και ρυθμοί μεγάλης ανάκαμψης να
υπάρξουν αντί για ραγδαία επιβράδυνση, οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις
θα εφαρμόζονται χωρίς σταματημό. Μονόδρομος για τους λαούς είναι η
αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη, μέχρι την ανατροπή της εξουσίας
του κεφαλαίου, για να κοινωνικοποιηθούν τα μονοπώλια ώστε να μπει η
οικονομία στην υπηρεσία κάλυψης των λαϊκών αναγκών και να ανοίξει
οριστικά ο δρόμος της λαϊκής ευημερίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου